• No results found

Walden ή Η Ζωή Στο Δάσος - Henry D. Thoreau

N/A
N/A
Protected

Academic year: 2021

Share "Walden ή Η Ζωή Στο Δάσος - Henry D. Thoreau"

Copied!
428
0
0

Loading.... (view fulltext now)

Full text

(1)
(2)

και νατουραλιοτης φιλόσοφος Χένρι Ντέιβιντ Θορώ γεννήθηκε στο Κόνκορντ της Μασαχουσέτης το 1817. Σπούδασε στο Χάρβαρντ. Το διάστημα 1838-1841 διδάσκει στην Ακαδημία του Κόνκορντ. Εκτός από το κορυφαίο του έργο Walden ή Η ζωή στο δάσος (1854), έχει γράφει μεταξύ άλλων: Α Week on the Concord and Merrimack Rivers

(Μια εβδομάδα στους ποταμούς Κόνκορντ και Μέριμακ, 1849), CMI Disobedience (Πολιτική Ανυπακοή, m9)Jhe Maine Woods

(ΤαδάσητουΜέιν, 1864). Πέθανε από φυματίωση το 1862.

(3)
(4)

η

(5)

W A L D Ε Ν

η

Η ζωή στο δάσος

ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ ΒΑΣΙΛΗΣ ΑΘΑΝΑΣΙΑΔΗΣ ΔΕΥΤΕΡΗ ΕΚΔΟΣΗ Κ Ε Δ Ρ Ο Σ

(6)

Τίτλος πρωτοτύπου:

Henry David Thoreau: «Walden»

Μετάφραση: ΒΑΣΙΛΗΣ ΑΘΑΝΑΣΙΑΔΗΣ Υπεύθυνη διορθώσεων: ΜΑΡΙΑ ΣΠΑΝΑΚΗ Επιμέλεια-Διόρθωση: ΘΕΟΔΩΡΑ ΘΕΟΔΩΡΙΔΗ Ηλεκτρονική διόρθωση: ΓΕΩΡΓΙΑ ΚΑΡΑΓΕΩΡΓΙΟΥ Τυπογραφική επιμέλεια: ΜΑΡΙΑ ΒΟΥΛΓΑΡΗ Ηλεκτρονική σελιδοποίηση: ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΟΜΤΣΙΚΙΩΤΗ © Για την έκδοση στα ελληνικά, Εκδόσεις Κέδρος, Α.Ε., 2007 www.kedros.gr e-mail: booL·@kedros.gr

(7)

Λίγες σελίδες πριν από το τέλος του βιβλίου Ονόλντεν ή Η ζωή στο δάσος, ο Χένρι Ντέιβιντ Θορώ γράφει: «Έτσι λοιπόν ολοκληρώθηκε ο πρώτος μου χρόνος στο δάσος* και ο δεύτερος κύλησε με παρό-μοιο τρόπο». Ο αναγνώστης που (ρτάνει στο συγκεκριμένο σημείο αυτού του τόσο πρωτότυπου και γεμάτου εκφραστικό πλούτο βιβλί-ου, δεν μπορεί παρά να αιφνιδιαστεί από την παραπάνω πρόταση. Η αποφώνηση αυτή μοιάζει να προέρχεται από ένα βιβλίο άλλο από εκείνο που κρατά στα χέρια του. Και αυτό γιατί απουσιάζει η αίσθη-ση πως στο Ονόλντεν ο Θορώ περιγράφει έναν ολόκληρο χρόνο από τη ζωή του. Η λέξη «λοιπόν» φαντάζει εδώ ολότελα παράταιρη. Αν επιχειρήσουμε να πάρουμε κατά γράμμα την πρόταση αυτή του Θο-ρώ, θα πρέπει να έχουμε κατά νου πως ο πρώτος του χρόνος στο δά-σος ξεκίνησε στις 4 Ιουλίου 1845. Οι εμπειρίες και οι σκέψεις του στο διάστημα αυτό έγιναν το θέμα του βιβλίου που εκδόθηκε αρκετά αργότερα και αποτέλεσε ένα είδος παγκόσμιας διαθήκης του συγ-γραφέα. Ο δεύτερος χρόνος όμως, ο οποίος έληξε με την αποχώρη-ση του Θορώ από τη λίμνη στις 6 Σεπτεμβρίου 1847, παραμένει ένα μυστήριο κρυμμένο σε κάποια σκοτεινή γωνιά του κειμένου, ένας προσωπικός τόπος, που το μονοπάτι που οδηγεί σε αυτόν μόνο ο ίδιος ο Θορώ το γνώριζε. Το μόνο που είμαστε σε θέση να γνωρί-ζουμε εμείς από τα προφανή στοιχεία που μας προσφέρει το κείμενο σχετικά με το δεύτερο χρόνο του Θορώ στη λίμνη Ουόλντεν είναι πως ήταν παρόμοιος με τον πρώτο, ό,τι και αν σημαίνει αυτό.

(8)

Έχου-με συνηθίσει να αφουγκραζόμαστε κάθε ιστορία περιμένοντας την κατάληξη της, όμως η παραπάνω πρόταση - ακόμα και σε συνδυα-σμό με την «Κατακλείδα» που ακολουθεί - δεν αποπνέει την αίσθη-ση μιας «σωστής» κατάληξης. Ξεκινώ από το σημείο αυτό του βιβλίου, γιατί πρόκειται για μια πρόταση - και σχεδόν σε κάθε βιβλίο υπάρχει μια παρόμοια - η οποία δίνει την αίσθηση ενός αρμοΰ, μιας «ραφής» στο υλικό του κει-μένου. Ο συγγραφέας μοιάζει να έχει ράψει με προσεκτικές βελονιές το σημείο αυτό, σαν να ήθελε να κρύψει ένα σκίσιμο που απειλεί να διαλύσει ολόκληρο το συνεκτικό ιστό του έργου. «Ο δεύτερος χρό-νος», μας λέει ο Θορώ, «κύλησε με τρόπο παρόμοιο με τον προατο». Κι όμως, για τη συγγραφή του βιβλίου χρησιμοποίησε υλικό από τις σημειώσεις που κρατούσε τόσο κατά το δεύτερο χρόνο της διαμονής του στο δάσος όσο και κατά τον προηγούμενο, όταν ακόμη συνέτασ-σε τις διαλέξεις του και δούλευε πάνω στο χειρόγραφο του πρώτου του βιβλίου, με τίτλο Μια εβδομάδα στους ποταμούς Κόνκορντ και Μέριμακ. Το Ουάλντεν περιέχει επίσης υλικό από τις καταχωρίσεις του Θορώ στο ημερολόγιό του, μερικές από τις οποίες χρονολογού-νται ήδη από το 1839, ενώ άλλες από το 1854, τη χρονιά που πρωτοδη-μοσιεύτηκε το Ονόλντεν από τον εκδοτικό οίκο Ticknor and Fields. Με άλλα λόγια, ο αποσιωπημένος εκείνος «δεύτερος χρόνος» που αναφέρεται στην καταληκτική πρόταση βρίσκεται στη σφαίρα της φαντασίας, ταυτόχρονα όμως είναι ήδη παρών στο κείμενο. «Ο σκοπός για τον οποίο πήγα στη λίμνη Ουόλντεν», γράφει ο Θορώ, «δεν ήταν για να βρω έναν τόπο στον οποίο θα μπορούσα να ζήσω είτε φθηνά είτε πλουσιοπάροχα, αλλά για να καταπιαστώ με κάποιες προσωπικές εργασίες μου έχοντας να αντιμετωπίσω τα λι-γότερα δυνατά εμπόδια». Ο λόγος που το Ουόλντεν ηχεί τόσο αρμο-νικά στη φαντασία των Αμερικανών είναι η απλότητα των εργασιών εκείνων που περιγράφει ο Θορώ. Ένας νεαρός άνδρας, απόφοιτος του Χάρβαρντ, που ακόμη δεν έχει συμπληρώσει το εικοστό όγδοο έτος της ηλικίας του, μεταβαίνει στις όχθες μιας κοντινής μικρής λί-μνης. Εκεί χτίζει μια μικρή καλύβα, μόλις τριάμισι επί τεσσεράμισι

(9)

μέτρα, με ξυλεία της περιοχής και άχρηστα σανίδια, πάνω σε δανει-κή γη? χρησιμοποιώντας ένα δανεικό τσεκούρι. Σκάβει ένα κελάρι στο μαλακό χώμα. Φυτεύει ένα χωράφι με φασολιές. Χτίζει μόνος του την καμινάδα, φτιάχνει ασβέστη, σοβαντίζει ο ίδιος το σπίτι του. Τρέφεται κατά κΰριο λόγο με φρούτα και λαχανικά. Το κελάρι του περιέχει κυρίως ρΰζι, μελάσα, κριθάλευρο και καλαμποκάλευρο, το λεγόμενο «ινδιάνικο αλεύρι». Δεν έχει επαγγελματικές υποχρεώ-σεις, ή τουλάχιστον υποχρεώσεις τέτοιες που οι γείτονές του θα ανα-γνώριζαν ως επαγγελματικές. Διαβάζει, γράφει, στοχάζεται, συζητά σχεδόν με όποιον συναντά. Κρατάει ημερολόγιο. Η εργασία του, συμφωνά με τα ίδια του τα λόγια, είναι η εργασία του «αυτόκλητου επιθεωρητή της χιονοθύελλας και της καταιγίδας [...] ενός τοπογρά-φου όχι των δημόσιων δρόμων, αλλά των μονοπατιών του δάσους και όλων εκείνων των μονοπατιών που διασχίζουν τα χωράφια». Ήταν μια ζωή εξαιρετικά λιτή. Κι όμως, ένα μεγάλο ποσοστό των συμπατριωτών του Θορώ ζοΰσε σε συνθήκες ακόμη πιο ταπεινές και φτωχικές, με πολΰ λιγότερες ανέσεις. Όμως ο Θορώ δε φιλοδοξούσε απλά να ζήσει μια ζωή όσο το δυνατόν πιο λιτή. Αυτό που επιθυμούσε ήταν μια ζωή που να συνδυάζει στο μέγιστο δυνατό βαθμό τη λιτότητα με τη συνέπεια απέναντι σε μια αίσθηση οικιακής ζωής που να επι-τρέπει την πνευματική εργασία, στα μέτρα της κοινωνίας της Νέας Αγγλίας αλλά και της ίδιας του της ανατροφής. «Είναι τάχα αδύνα-το», ρωτά, «να συνδυάσει κανείς την ευρωστία των αγρίων με την πνευματικότητα του πολιτισμένου ανθρώπου;» Αυτό που κάνει τον Θορώ τόσο οξυδερκή κριτικό της ζωής των πιο συνηθισμένων ανθρώ-πων δεν είναι η απομόνωσή του στη λίμνη και η απομάκρυνση του από τον τρόπο ζωής των υπολοίπων, αλλά η συνεχής επαφή του με αυτόν: η απόφασή του να χτίσει το συνηθισμένο αν και μικροσκοπικό του σπίτι αντί να περιπλανηθεί, οι συχνές του συναναστροφές με τους κατοίκους της μικρής πόλης του Κόνκορντ. Ο Θορώ δεν ξεκίνησε για ένα ταξίδι γεμάτο περιπέτειες, όπως ο Χακ Φιν, ο ήρωας του Μαρκ Τουαίην, ούτε μπάρκαρε σε φαλαινοθηρικό, όπως ο Ισμαήλ, ο ήρωας του Μέλβιλ. Η απλότητα του βίου του τα δύο εκείνα χρόνια στην

(10)

το-ποθεσία Ουόλντεν δε μοιάζει τόσο με αντίδοτο προς κάποιο δηλητή-ριο που προσιδιάζει στην αμερικανική ζωή, όσο με ένα είδος μεγεθυ-ντικού φακοΰ που του επιτρέπει να διακρίνει καλύτερα τη χώρα στην οποία ζει και στην οποία επέλεξε να παραμείνει. Παρ' όλα αυτά, η απλότητα του βιβλίου Ουόλντεν είναι περισσό-τερο εμφανής στον τρόπο με τον οποίο φανταζόμαστε το όλο εγχεί-ρημα του Θορώ, παρά στο ίδιο το έργο, που ήρθε ως αποτέλεσμα του εγχειρήματος αυτοΰ. Έ χ ω την αίσθηση πως οι περισσότεροι από τους αναγνώστες που έρχονται για πρώτη φορά σε επαφή με το βι-βλίο αυτό νιώθουν ένα είδος σύγχυσης από τις πρώτες κιόλας σελί-δες. Ο αναγνώστης ανακαλύπτει γρήγορα πως το Ουόλντεν οπωσδή-ποτε δεν αοπωσδή-ποτελεί μια αφήγηση της ζωής του συγγραφέα στις όχθες της λίμνης. Το αφηγηματικό στοιχείο είναι ελάχιστο, η πλοκή μηδα-μινή. (Γι' αυτό άλλωστε και το κλείσιμο εκείνο στο προτελευταίο κε-φάλαιο - «Έτσι λοιπόν ολοκληρώθηκε ο πρώτος μου χρόνος στο δά-σος» - ηχεί τόσο παράξενο.) Και δεν είναι μόνο αυτό. Έχουμε εκ-παιδευτεί, ως αναγνώστες, να περιμένουμε από τη σύγχρονη δοκι-μιογραφία ένα είδος ομαλότητας, αν όχι στην αφήγηση, τουλάχιστον στο ρυθμό και στο ρητορικό τόνο. Όμως και στον τομέα αυτό, το Ουόλντεν μας επιφυλάσσει εκπλήξεις. Η γραφή του κινείται σε έδα-. φος πιο πολύπλοκο - και αναφέρομαι αποκλειστικά στην πρωτογενή εικόνα, στην επιφάνεια του λόγου του - σχεδόν από κάθε άλλο μεί-ζον λογοτεχνικό έργο Αμερικανού συγγραφέα του δέκατου ένατου αιώνα, με εξαίρεση το Μόμπι Ντικ. Έ ν α μεγάλο μέρος της πολυπλοκότητας του Ουόλντεν πηγάζει από τον τρόπο με τον οποίο συνετέθη. Η ευρέως επικρατούσα άπο-ψη είναι πως το βιβλίο γράςττηκε στο διάστημα των δύο ετών της πα-ραμονής του Θορώ στην παράγκα στις όχθες της λίμνης, ένας μύθος που βοήθησε και ο ίδιος να καλλιεργηθεί. «Όταν έγραψα τις παρα-κάτω σελίδες, ή μάλλον το μεγαλύτερο μέρος τους», μας πληροφορεί από την πρώτη κιόλας πρόταση του βιβλίου, «ζούσα μόνος στο δά-σος, σε απόσταση ενός μιλίου από τον πλησιέστερο γείτονά μου, σ' ένα σπίτι που είχα χτίσει ολομόναχος στις όχθες τις λίμνης

(11)

Ουόλ-ντεν, κοντά στο Κόνκορντ της Μασαχουσέτης, και ως μοναδικό μέσο βιοπορισμού είχα τα χέρια μου». Αυτό που δείχνει να έχει εδώ κατά νου ο Θορώ είναι ένα πρότυπο απόλυτης αυτάρκειας, ακόμα και σε ό,τι αφορά το χρόνο: φαίνεται πράγματι να ταιριάζει απόλυτα η συγ-γραφή ενός τέτοιου βιβλίου στο μεγαλύτερο μέρος του κατά τη διάρ-κεια των μηνών που πέρασε στη λίμνη. Η αλήθεια όμως της πρότα-σης αυτής ανήκει στη σφαίρα της φαντασίας: το πρώτο χειρόγραφο του Ουόλντεν, που ο Θορώ ολοκλήρωσε ενώ ακόμη ζοΰσε στην κα-λύβα κοντά στη λίμνη, είχε όγκο μικρότερο από το μισό της τελικής μορφής του. Να λοιπόν άλλη μια ευκαιρία για τον προσεκτικό ανα-γνώστη να αναλογιστεί τους παράδοξους ισχυρισμούς του Θορώ σχετικά με το κείμενό του και να αναρωτηθεί σε ποιο λογοτεχνικό είδος ανήκει τελικά το Ουόλντεν: στο δοκιμιακό ή, όπως ισχυρίζεται η Τζόις Κάρολ Όουτς, στο «είδος εκείνο των πιο αριστοτεχνικά γραμμένων πεζογραφημάτων»; Στην πραγματικότητα ο Θορώ συνδύαζε δύο διαφορετικά συγ-γραφικά πρόσωπα. Στο ογκώδες ημερολόγιό του, το οποίο ξεκίνησε σης 22 Οκτωβρίου 1837 και διέκοψε έξι μόνο μήνες πριν από το θά-νατό του από φυματίωση στις 9 Μαΐου 1862, συχνά το γράψιμό του ήταν γοργό και αυθόρμητο. Αντλούσε απλόχερα από τις σκέψεις του και τις παρατηρήσεις του κόσμου γύρω του, αν και πολλές από τις καταχωρίσεις του έχουν τη μορφή σημειώσεων σχετικά με τα διαβά-σματά του. Τα έργα όμως που έγραφε με σκοπό να δημοσιεύσει αποτελούσαν για εκείνον πάντοτε αντικείμενα διεξοδικής επεξεργα-σίας και συχνών αναθεωρήσεων. Κάθε βιβλίο του Θορώ θυμίζει ζω-ντανό οργανισμό στην ανάπτυξή του και αποτελεί καθρέφτη του ιδι-αίτερου τρόπου με τον οποίο λειτουργούσε η μνήμη του συγγραφέα του. Γράφει το 1857 στο ημερολόγιό του: «Συχνά μπορώ να δώσω την πιο αληθινή και ενδιαφέρουσα περιγραφή των περιπετειών μου μονάχα αφού έχουν περάσει αρκετά χρόνια, γιατί τότε πια έχει χα-θεί κάθε σύγχυση και μόνο τα πιο αξιόλογα γεγονότα παραμένουν ζωντανά στη μνήμη μου. Αν λοιπόν κάτι εξακολουθεί ακόμη να μου κεντρίζει το ενδιαφέρον για τόσο μεγάλο χρονικό διάστημα από τη

(12)

στιγμή που συνέβη, σημαίνει πως είναι πέρα από κάθε αμφιβολία σημαντικό και μπορώ άφοβα να το καταγράψω με όσες λεπτομέρει-ες θυμάμαι». Ο Θορώ δεν υπερβάλλει: πράγματι μεσολαβούσαν πολλά χρόνια ανάμεσα στις «περιπέτειές» του και στη δημοσίευση των βιβλίων του. Το βιβλίο Μια εβδομάδα στους ποταμούς Κόνκορντ και Μέριμακ κυκλοφόρησε το 1849, δέκα χρόνια μετά το ταξίδι που αποτέλεσε την αφορμή για να γρα(ρτεί. Το Ονόλντεν δημοσιεύτηκε εννέα χρόνια κι ένα μήνα αφότου ο Θορώ εγκαταστάθηκε για πρώ-τη φορά σπρώ-την ομώνυμη τοποθεσία. Δεν έχει νόημα να εξετάσουμε με κάθε λεπτομέρεια όλες τις αναθεωρήσεις που υπέστη το Ονόλντεν ώσπου να πάρει την τελική του μορφή. Αρκεί να επισημάνουμε πως ανάμεσα στο 1847 και το 1854 ο Θορώ έγραψε οκτώ διαφορετικές εκδοχές του βιβλίου πριν κρίνει ότι ήταν έτοιμο για το τυπογραφείο. Η τοποθεσία γύρω από τη λίμνη Ουόλντεν, την οποία ο Θορώ είχε αντικρίσει για πρώτη φο-ρά όταν ήταν πέντε ετών, για πολύ καιρό αποτελούσε για εκείνον οι-κείο τόπο, κομμάτι της ψυχής του. Όταν λοιπόν πήγε να ζήσει εκεί το 1845, σκοπός του ήταν να γράψει για τον τόπο εκείνο. Αυτό όμως που τον ώθησε να ξεκινήσει το γράψιμο φτάνοντας εκεί ήταν η δι-καιολογημένη περιέργεια των γειτόνων του, που είναι και ένας από τους λόγους για τους οποίους διαβάζουμε το βιβλίο αυτό ακόμη και σήμερα. «Δε θα γινόμουν ποτέ τόσο φορτικός στους αναγνώστες μου, σκοτίζοντάς τους με τις υποθέσεις μου», γράφει ο Θορώ στη δεύτερη παράγραφο του Ουόλντεν, «αν δεν είχαν τεθεί κάποια συ-γκεκριμένα ερωτήματα εκ μέρους των συμπολιτών μου σχετικά με τον τρόπο ζωής μου». Η πιο πρώιμη μορφή του βιβλίου ήταν μια διά-λεξη με τίτλο «Η ιστορία του εαυτού μου», που ο Θορώ έδωσε στον φιλολογικό και πολιτιστικό σύλλογο Concord Lyceum το Φεβρουά-ριο του 1847, όταν ήδη ζούσε στη λίμνη Ουόλντεν για επτά μήνες, με σκοπό να ικανοποιήσει την περιέργεια των συμπολιτών του. Πρόκει-ται για μια διάλεξη που θύμιζε ίσως περισσότερο κήρυγμα ενός ανέ-στιου περιπλανώμενου, παρά ενός ανθρώπου με μόνιμη στέγη. Καθώς περνούσαν τα χρόνια ο Θορώ εισήγαγε νέο υλικό, ενώ

(13)

ποτέ δεν έπαψε να αναπλάθει και να εμπλουτίζει το παλιό. Επισκέ-φθηκε ξανά τη λίμνη, ενώ επέστρεφε διαρκώς στα ημερολόγιά του, σε αναζήτηση νέου υλικοΰ. Η ανάπτυξη του βιβλίου ήταν δαιδαλώ-δης και ακολουθούσε διαδρομές που πολλοί μελετητές προσπάθη-σαν να αναπαραστήσουν, ξοδεύοντας αρκετό χρόνο και ενέργεια. Καθώς δούλευε πάνω στο χειρόγραφό του, αντιγράφοντας σημεία του ξανά και ξανά με το δυσανάγνωστο γραφικό του χαρακτήρα, ο Θορώ αποκάλυπτε σταδιακά μια υποβόσκουσα δομή που ακολου-θούσε τις εποχές στο Ονόλντεν, η οποία στις πρώτες εκδοχές του βι-βλίου βρισκόταν ακόμα κρυμμένη. Κάποια από τα σημαντικότερα σημεία το έργου - μεγάλα κομμάτια των κεφαλαίων «Άγριοι γείτο-νες», «Σπιτική θαλπωρή», «Χειμωνιάτικοι επισκέπτες», «Τα ζώα του χειμώνα» και «Η λίμνη το χειμώνα» - προστέθηκαν μετά το 1851. Πρόκειται για κομμάτια που βοηθούν να ισορροπήσει η αφήγηση καθώς προχωρά προς την «Άνοιξη», το τελευταίο κεφάλαιο πριν από τη γλαφυρή «Κατακλείδα» του Ονόλντεν. Κι όμως, παρά τους εύλογους ισχυρισμούς για την ύπαρξη μιας «δομικής ολότητας στο Ονόλντεν», όπως την αποκαλεί ο μεγάλος μελετητής της αμερικανικής λογοτεχνίας Μάθιεσεν* - ισχυρισμοί που βασίζονται στην αφηγηματική εξέλιξη του βιβλίου, η οποία φαίνεται να ακολουθεί την εναλλαγή των εποχών - ο αναγνώστης που έρχεται για πρώτη φορά σε επαφή με το Ονόλντεν είναι πιθα-νότερο να αντιληφθεί το έργο ως μια συρραφή ετερόκλητων στοι-χείων παρά ως ενιαίο, αρμονικό σύνολο. Ως εικόνα αυτή καθαυτή, η λίμνη αποτελεί ένα μοναδικό και αδιαίρετο στοιχείο, την ουσία του ενός: ένας παρθένος υδάτινος όγκος κοντά στη μικρή πόλη Κόνκορντ, που περιζώνεται από απόκρημνες όχθες. Ταυτόχρονα όμως αποτελεί και αστείρευτη πηγή αναλογιών, με τα μονοπάτια της να οδηγούν μακριά από το νερό κι έπειτα να επιστρέφουν

ελι-* «The structural wholeness» (Η δομική ολότητα): F.O. Matthiessen, AmeHcan

Renaissance (Αμερικανική αναγέννηση), Oxford University Press, Νέα Υόρκη,

(14)

κοειδώς. Έ ν α στοιχείο που συγκρατεί το βιβλίο αυτό από το να διαλυθεί εις τα εξ ων συνετέθη - μια και ο Θορώ ακολουθεί σχεδόν το καθένα από τα μονοπάτια εκείνα ως το τέρμα του - είναι απλά και μόνο η εικόνα της ίδιας της λίμνης και της μικρής καλύβας του συγγραφέα σης όχθες της. Πρόκειται για μια εικόνα που προσφέ-ρει στον αναγνώστη μια αίσθηση του τόπου, σ' ένα βιβλίο που το θέμα του δεν είναι άλλο από ένα νεαρό άνδρα ο οποίος αναζητά ένα σπίτι, έναν τόπο, και ο οποίος, στην αρχή τουλάχιστον, δε δεί-χνει να βιάζεται να φτάσει σης όχθες της λίμνης. «Είμαι ευγνώ-μων», γράφει ο Θορώ, «που η λίμνη αυτή φτιάχτηκε τόσο βαθιά και τόσο παρθένα, έτσι που να λειτουργεί σαν σύμβολο». Και ένα από τα πράγματα τα οποία τελικά φτάνει να συμβολίζει, είναι ακριβώς η ενότητα του βιβλίου αυτοΰ. Η ετερόκλητη φΰση του ΟνοΑντεν γίνεται ιδιαίτερα αισθητή στο επίπεδο της πρόζας. Ό σ ο σπουδαίες και αν είναι οι ιδέες που υπάρχουν μέσα του, όσο σπουδαία και αν ήταν τα πρακτικά και ηθικά εγχειρήματα του Θορώ, ο κύριος λόγος για τον οποίο επι-βιώνει το βιβλίο δεν είναι άλλος από το υψηλό επίπεδο της γρα-φής του, ακόμη και αν αυτό δε διατηρείται σταθερό σε όλη τη διάρκεια του βιβλίου. Το Ουόλντεν αποτελεί μια σύνοψη διαφό-ρων υφολογικών τεχνικών που κυριαρχούσαν στα μέσα του δέκα-του έναδέκα-του αιώνα. Κάποιες από αυτές προμηνύουν τη λιτότητα της γραφής που επικράτησε στην αμερικανική λογοτεχνία στο δεύτερο μισό του εικοστού αιώνα, άλλες κοιτούν προς τα πίσω, σε κάποια πολύ πιο περίτεχνα πρότυπα της αγγλικής πεζογραφίας του δέκα-του έβδομου αιώνα, άλλες πάλι καθρεςττίζουν τις ιδιαίτερες και από καιρό χαμένες λογοτεχνικές τάσεις της εποχής του Θορώ. Το καθένα από τα υφολογικά αυτά μοντέλα που συνυπάρχουν στο Ουόλντεν δείχνει να απευθύνεται σε διαφορετικό κοινό: τη μια ο Θορώ μοιάζει να μιλά σε μια μικρή ομάδα γειτόνων του που έχουν συγκεντρωθεί στην έδρα του φιλολογικού συλλόγου Concord Lyceum, την άλλη είναι σαν να απευθύνεται στις επερχό-μενες γενιές. Κάποιες φορές δείχνει να γράφει για μια σύναξη

(15)

ψυχρών και κάπως υπεροπτικών λογοτεχνικών κριτικών, κάποιες άλλες μονάχα για τον εαυτό του. «Όσο για το ΰφος της γραφής», γράφει κάπου ο Θορώ, «αν κά-ποιος έχει κάτι να πει, τότε αυτό θα βγει από μέσα του με τρόπο φυ-σικό και άμεσο, όπως πέφτει μια πέτρα στη γη αμέσως μόλις την ελευθερώσουμε από τη χοΰςρτα μας».* Παρ' όλο που η παραπάνω πρόταση ακούγεται σαν περιγραφή της δημιουργικής διαδικασίας του συγγραφέα, στην ουσία αποτελεί περιγραφή της εντύπωσης που δίνει ένα καλογραμμένο κείμενο στον αναγνώστη - ειδικά στην πε-ρίπτωση του Θορώ, ο οποίος, ως γνωστόν, δούλευε και ξαναδούλευε με ιδιαίτερη φροντίδα τα χειρόγραφά του. Έτσι, για τον αναγνώστη οι λέξεις φαίνονται να έχουν μπει «με τρόπο ςρυσικό» στη σωστή τους θέση, χωρίς ο συγγραφέας να έχει καταβάλει κάποια ιδιαίτερη προσπάθεια. Στο απόγειο των ικανοτήτων του, ο Θορώ δημιουργεί διαρκώς τούτη την εντύπωση, αν και δεν είναι πάντοτε αυτό το απο-τέλεσμα για το οποίο πασχίζει. Διαθέτει την ικανότητα να χειρίζεται τον πεζό λόγο με τέτοιον τρόπο ώστε να δημιουργεί μια γλώσσα που ακούγεται οικεία όπως η καθημερινή, αλλά πιο λακωνική και ισορ-ροπημένη. Αυτό στο οποίο επιμένει ο Θορώ στο συγκεκριμένο παράθεμα, από τη σκοπιά του συγγραφέα, είναι το να έχει κανείς κάτι να πει και όχι τόσο το να διαθέτει λιτό ύφος. Ο Θορώ πάντοτε είχε κάτι να πει και συνήθως το έλεγε με τρόπο που έμενε για πάντα χαραγμένος στη μνήμη του αναγνώστη. Αυτό εννοούσε και ο Γουάιτ (Ε.Β. White) στο δοκίμιο με τίτλο Ένας ανεπαίσθητος βραδινός ήχος (Α Slight Sound At Evening), που έγραψε με αφορμή τον εορτασμό των εκατό χρόνων από την πρώτη δημοσίευση του Ονόλντεν. «Ο Θορώ», γρά-φει ο Γουάιτ, «είχε την τάση να χρησιμοποιεί αποφθεγματική γλώσ-σα, μια ικανότητα για την οποία δεν μπορούν να παινευτούν όλοι οι συγγραφείς. Το Ονόλντεν αποτελεί, από ρητορική άποψη, ένα σύνο-λο από έγκυρες προτάσεις, μερικές από τις οποίες, όπως γίνεται

(16)

νερό σήμερα, είναι τόσο άφθαρτες όσο και ξεπερασμένες».* Οι προτάσεις του Θορώ - ή τουλάχιστον όσες από αυτές μένουν στη μνήμη - είναι γεμάτες από το ζήλο ενός ανθρώπου που μιλά κατευ-θείαν στο κοινό του, δείχνουν πως πρόκειται για κάποιον που έχει συναίσθηση των δυνατοτήτων του να πείθει τον ακροατή του, που γνωρίζει την αλήθεια των όσων λέει. Ιδοΰ ένα παράδειγμα: Έχουμε ανάγκη το τονωτικό της άγριας (ρύσης - να τσαλαβουτήσουμε κά-ποιες φορές σε βάλτους όπου παραμονεύει ο νυχτοκόρακας και η αγριόκο-τα, να ακούσουμε το βροντερό κρώξιμο της βαλτομπεκάτσας· να μυρίσουμε το σπαθόχορτο που θροΐζει στον άνεμο, στα μέρη όπου μονάχα τα πιο άγρια και μοναχικά πουλιά χτίζουν τις φωλιές τους, εκεί όπου το κουνάβι σέρνεται με την κοιλιά στο έδαφος. Ενώ επιθυμούμε με όλη μας την ψυχή να εξερευ-νήσουμε και να μάθουμε τα πάντα, την ίδια στιγμή απαιτούμε να μείνουν τα πάντα μυστηριώδη και ανεξερεύνητα, να είναι απείρως άγριες η στεριά και η θάλασσα, αχαρτογράφητες και ακατανόητες και οι δυο τους, αφού δεν εί-ναι σε θέση ο άνθρωπος να τις εξιχνιάσει. Τη Φύση δεν τη χορταίνουμε πο-τέ μας. Ο αναγνώστης του παραπάνω αποσπάσματος τείνει αυτόματα να προσέξει τις αξιωματικές επισημάνσεις που εκφράζονται σε αυτό: έχουμε ανάγκη το τονωτικό της άγριας φύσης - τη Φύση δεν τη χορ-ταίνουμε ποτέ μας. Αυτές οι προτάσεις αποτελούν χαρακτηριστικά δείγματα του είδους των προτάσεων με τις οποίες επιθυμούσε να εκ-φράζεται ο Θορώ, που μοιάζουν με πέτρες που αφήνονται να πέ-σουν στη γη - απλές, άμεσες, αναπότρεπτες, εύκολα παραθέσιμες. Όμως το είδος εκείνο της πρόζας του Ονόλντεν που προετοιμάζει τον αναγνώστη για να δεχτεί την επίδραση τέτοιων προτάσεων είναι αρκετά διαφορετικό: πιο εκτενές, πιο περιγραφικό, με λιγότερο

πο-* «Thoreau tended to write» (Ο Θορώ είχε κλίση στη συγγραφή): Ε.Β. White,

Essays of Ε.Β. White (Δοκίμια του Ε.Β. White), Harper and Row, Νέα Υόρκη,

(17)

μιπώδεις ρυθμούς. Είναι ένας λόγος στον οποίο ο Θορώ αποχωρεί για λίγο από το κέντρο της σκηνής, αφήνει κατά μέρος τους φλογε-ρούς τόνους και μας επιτρέπει να ακοΰσουμε «το βροντερό κρώξιμο της βαλτομπεκάτσας», να μυρίσουμε «το σπαθόχορτο που θροΐζει στον άνεμο». Να για παράδειγμα μια παράγραφος από το πρώτο κεφάλαιο του Ονόλντεν με τίτλο «Οικονομία», όπου η γραφή του Θορώ βρίσκεται στο απόγειο της απλότητας και της αμεσότητάς της: Ως τα μέσα του Απρίλη, μια και δε βιαζόμουν καθόλου να αποτελειώσω τη δουλειά μου αλλά απεναντίας προσπαθούσα να την κάνω όσο καλύτερα γι-νόταν, είχα έτοιμο το σκελετό του σπιτιού μου. Τώρα πια μπορούσαν να μπουν τα σανίδια. Είχα ήδη αγοράσει την παράγκα του Τζέιμς Κόλινς, ενός Ιρλανδού που δούλευε στο Σιδηρόδρομο του Φίτσμπουργκ, με σκοπό να χρησιμοποιήσω τα σανίδια της. Είχα ακούσει τα καλύτερα λόγια για την πα-ράγκα αυτή. Όταν πέρασα για να τη δω, ο Τζέιμς Κόλινς έλειπε. Την πε-ριεργάστηκα απ' έξω, χωρίς να γίνω στην αρχή αντιληπτός από την οικογέ-νεια που ζούσε μέσα, τόσο ψηλό ήταν το παράθυρο. Οι διαστάσεις της πα-ράγκας ήταν μικρές και είχε επικλινή στέγη, σαν εξοχική κατοικία. Δεν υπήρχαν και πολλά άλλα για να δω, μια και ολόγυρά της τα σκουπίδια είχαν σχηματίσει ένα τείχος με ύψος γύρω στο ενάμισι μέτρο, σαν σωρός από κο-πριά. Το πιο γερό μέρος ήταν η στέγη, αν και τα ξύλα είχαν σκεβρώσει αρ-κετά και είχαν γίνει τραχιά από τον ήλιο. Επιφανειακά, το παραπάνω απόσπασμα μπορεί να μη δημιουρ-γεί σπουδαία εντύπωση. Λείπουν τα γλωσσικά πυροτεχνήματα που συναντά κανείς στα πιο γνωστά αποσπάσματα των έργων του Θορώ. Λείπει ακόμη το επιτακτικό ύφος και ο αφοριστικός τόνος των απο-φθεγματικών του ρήσεων. Όμως πρόκειται για ένα δείγμα πεζού λό-γου από τους καθαρότερους της αμερικανικής λογοτεχνίας των μέ-σων του δέκατου ένατου αιώνα, που ακόμη και σήμερα ακούγεται φρέσκος και, κατά κάποιον τρόπο, αυθεντικά αμερικανικός. Αποτελεί το ευρύτερο θεμέλιο πάνω στο οποίο έχει δομηθεί το Ονόλντεν

(18)

-αλλά και ολόκληρη η απλότητα του ΰφους της αμερικανικής λογοτε-χνίας. Μια πρόζα απλή, απέριττη, που επιτρέπει στον αναγνώστη να δει καθαρά το κοινωνικό πλαίσιο μέσα στο οποίο εντάσσεται το Ονόλντεν. Στα επόμενα κεφάλαια η γλώσσα αυτή αναδεικνύεται κυ-ρίαρχη σε κάθε παρατήρηση του φυσικοΰ περιβάλλοντος. Παρατη-ρήσεις αυτοΰ του είδους αφθονούν στα κεφάλαια «Τα ζώα του χει-μώνα» και «Η λίμνη το χειχει-μώνα». Τι θα μπορούσαμε όμως να ποΰμε για το ΰφος που κυριαρχεί στο παρακάτω απόσπασμα; Τα έθνη κατατρύχονται από την παράλογη επιθυμία να διαιωνίσουν τη μνή-μη του εαυτοΰ τους μέσα από τις ποσότητες πελεκημένης πέτρας που αφή-νουν πίσω τους. Τι θα γινόταν άραγε αν κατέβαλλαν την ίδια προσπάθεια για να διαμορφώσουν και να γυαλίσουν όχι την πέτρα, αλλά τους τρόπους τους; Έ ν α μονάχα κομμάτι κοινής λογικής θα ήταν πιο αξιοσημείωτο και από ένα μνημείο ψηλό όσο το φεγγάρι. Προτιμώ να βλέπω τις πέτρες στη θέση τους. Το μεγαλείο των Θηβών της αρχαίας Αιγΰπτου ήταν ένα μεγα-λείο γεμάτο ευτέλεια. Περισσότερη λογική έχουν τα πέντε μέτρα του πέτρι-νου τοίχου που φράσσουν το χωράφι ενός τίμιου ανθρώπου παρά οι Θήβες με τις εκατό πΰλες, μνημείο που έχει ξεστρατίσει από το αληθινό νόημα της ζωής. Σ' αυτό το μάλλον ασυνεχές απόσπασμα μπορεί κανείς να δια-κρίνει στη γραφή του Θορώ μια ξεροκέφαλη άρνηση συμβιβασμού. Αφήνει τις σχέσεις ανάμεσα στις προτάσεις να διευθετηθούν όπως μπορούν μόνες τους και δεν μπαίνει στον κόπο να ξεκαθαρίσει τα όρια μεταξύ μεταφοράς και πραγματικότητας. Στο απόσπασμα αυτό δείχνει να κατευθύνεται προς την ασυνέχεια της λυρικής ποίησης, ακόμη και αν το θέμα του δεν είναι καθόλου λυρικό. Για ένα συγ-γραφέα σαν τον Θορώ, το διάστημα ανάμεσα στις σύντομες προτά-σεις μπορεί να γίνει πολύ μεγάλο - ο αναγνώστης υποχρεώνεται να αντιμετωπίσει τα άλματα αυτά της φαντασίας του συγγραφέα με δι-κά του αντίστοιχα «άλματα πίστης». Έχει κανείς την αίσθηση ότι ο

(19)

Θορώ μπορεί να φτάσει σε οποιοδήποτε θέμα, όσο βαθυστόχαστο ή κοινότοπο και αν είναι, από τη μία πρόταση στην άλλη. Όμως ο συγγραφέας Θορώ έχει ένα ακόμη πρόσωπο. Πρόκειται για ένα πρόσωπο που ο αναγνώστης συχνά παραμερίζει, καθώς ανα-ζητά τις πιο ηχηρές προτάσεις, εκείνες που εντυπώνονται στο μυαλό, όπως για παράδειγμα αυτή εδώ: «Μεγάλωνα, τις ώρες εκείνες, όπως μεγαλώνει το καλαμπόκι μέσα στη νύχτα». Το τρίτο αυτό συγγραφι-κό πρόσωπο του Θορώ ανήκει απόλυτα στην εποχή του. Γράφει με ΰφος που σήμερα μας φαίνεται απαρχαιωμένο, με ένα είδος επιχρυ-σωμένης, πύρινης γλώσσας, που χαρακτηρίζει μεγάλο μέρος της αμερικανικής ποίησης και λογοτεχνίας των μέσων του δέκατου ένα-του αιώνα. Είναι μια πρόζα πομπώδης, με βεβιασμένο χιούμορ, συμ-βατική και ξεπερασμένη από καιρό. Με την επιτήδευση της δείχνει να επιζητά αναγνώριση, ως δείγμα κάποιας κλασικής εποχής. Κΰριο χαρακτηριστικό της είναι ένα είδος ακραίας υπερβολής, η οποία προσπαθεί να κλείσει συνωμοτικά το μάτι στον αναγνώστη. Ιδοΰ, για παράδειγμα, ο Θορώ στο πιο ροκοκό του ΰφος, καθώς περιγράφει τον ήχο των φρΰνων μέσα στη νΰχτα: Εν τω μεταξύ όλη η όχθη αντηχούσε από τα κοάσματα των φρΰνων, τα ανή-συχα πνεύματα των παλιών γλεντζέδων που προσπαθούν να τραγουδήσουν ένα σκοπό μέσα στα νερά της λίμνης τους, όμοια με τα νερά της Στυγός -και ας μου συγχωρήσουν οι νύμφες της λίμνης Ουόλντεν τη σύγκριση αυτή, αφού, παρ' όλο που δεν υπάρχουν σχεδόν καθόλου ςρύκια εκεί, βατράχια σί-γουρα υπάρχουν - οι πότες που πασχίζουν να κρατήσουν ζωντανή την εύθυ-μη ατμόσφαιρα των παλιών γιορταστικών τους συμποσίων, παρ' όλο που οι φωνές τους έχουν πια βραχνιάσει και ακούγονται σπασμένες και βαριές σε μια παρωδία κεφιού, το κρασί έχει χάσει πια τη γεύση του και έχει γίνει ένα ζουμί που δε χρησιμεύει παρά για να φουσκώσει τις κοιλιές τους και η γλυ-κιά μέθη δεν έρχεται ποτέ να πνίξει τις παλιές αναμνήσεις, μόνο ο κορε-σμός, το μούλιασμα και το φούσκωμα. Αυτό που κάνει το παραπάνω απόσπασμα προβληματικό για το

(20)

σύγχρονο αναγνώστη δεν είναι τόσο η προσωποποίηση των φρΰνων, αλλά η κοινοτοπία της μυθοποίησης τους. Σε ολόκληρο το απόσπα-σμα υπάρχει μία μόνο στιγμή πραγματικής παρατήρησης. Όλα τα υπόλοιπα δεν είναι παρά αέρας. Η πρόταση - γιατί για μία πρόταση πρόκειται - έχει φουσκώσει σαν τις κοιλιές των βατράχων. Ο ρυθ-μός της είναι ασταθής. Στο τέλος της μένουμε με την εντύπωση πως η σύνταξη έχει ξεπεράσει κατά πολΰ την πολυπλοκότητα της ιδέας την οποία σκόπευε να περιγράψει. Κάτι που συχνά σκιάζει την καθαρότητα του ΰφους του Θορώ εί-ναι η συχνή χρήση μεταφορών και παρομοιώσεων. Όπως οι περισ-σότεροι συγγραφείς, έτσι και ο Θορώ πίστευε στην παντοδύναμη μα-γεία των μεταφορών και τις χρησιμοποιούσε όσο απλόχερα χρησιμο-ποιούσε ο Σαίξπηρ τα λογοπαίγνια. Η πληθώρα των μεταφορών στο Ουόλντεν μας δείχνει τον Θορώ να δοκιμάζει κάθε δυνατή παρομοί-ωση, κάθε δυνατή σύγκριση, στοιβάζοντάς τες τη μία πάνω στην άλ-λη, αναζητώντας μια αλήθεια που η έκφρασή της βρίσκεται πέρα από τη δύναμη των λέξεων. Κάποιες φορές οι παρομοιώσεις του εί-ναι πεζές και ελαφρώς κωμικές, όπως η παρακάτω, από το κεφάλαιο «Επισκέπτες»: «Το βόλι της σκέψης σου πρέπει να έχει σημαδέψει καλά το στόχο, να έχει ξεπεράσει κάθε εμπόδιο που θα μπορούσε να το κάνει να εξοστρακιστεί και να έχει μπει στην τελική και στα-θερή πορεία του πριν q)τάσει στο αυτί του ακροατή, αλλιώς υπάρχει ο κίνδυνος να ξαναβγεί από το πλάι του κεφαλιού του». Πολύ συχνά όμως οι μεταφορές που χρησιμοποιεί ο Θορώ μεταπηδούν με μεγά-λη ευκολία από το συγκεκριμένο στο αφηρημένο, έτσι που ο ανα-γνώστης μένει μετέωρος ανάμεσα στα δύο, σαν να βαδίζει σε δύο διαφορετικά μονοπάτια ταυτόχρονα. Είναι μια κατάσταση που μπο-ρεί να τον κάνει να σαστίσει, ενώ την ίδια στιγμή του ανοίγει τα μά-τια. Πάρτε για παράδειγμα την παρακάτω πρόταση, από το κεφά-λαιο «Μοναξιά»: «Ήταν φανερό πως στη λίμνη Ουόλντεν ψάρευαν πολύ περισσότερα, πράγματα από την ίδια τους τη φύση, και δόλω-ναν τα αγκίστρια τους με σκοτάδι». Τι σημαίνει να δολώνει κανείς το αγκίστρι του με σκοτάδι; Πρόκειται για μια μεταφορά που δεν

(21)

μπορεί να ερμηνευτεί με τη βοήθεια της κοινής λογικής. Μέσα σε μια στιγμή, το γνώριμο τοπίο της λίμνης Ουόλντεν γίνεται αφορμή για να ξεφυτρώσει κάποιο ηθικολογικό δίδαγμα το οποίο δεν μπο-ρεί ποτέ να αποδοθεί ικανοποιητικά από τον κοινό λόγο - κι αυτό είναι κάτι που συμβαίνει αρκετά συχνά καθώς προχωρά η αφήγηση. Κάθε εικόνα της πραγματικότητας μέσα στο Ουόλντεν εκπέμπει ένα μεταφυσικό ιριδισμό* και το μέσο για να γίνει αντιληπτός είναι σχε-δόν πάντοτε η μεταφορά. Όταν η υπερβολή των μεταφορών του Θορώ υποχωρεί έστω και λίγο, όταν οι μεταφορές του έχουν τις ρίζες τους σε μια περισσότερο προσεκτική και λιγότερο ηθικολογική παρατήρηση της φΰσης απ' ό,τι συμβαίνει στα παραπάνω παραδείγματα, τότε μας χαρίζει τα κομμάτια εκείνα που εδραιώνουν τη φήμη του ως δεινού παρατηρη-τή του φυσικοΰ περιβάλλοντος. «Την πρώτη εβδομάδα», γράφει, «όποτε κοιτούσα πέρα, τη λίμνη, μου έδινε την εντύπωση πως ήταν μια από εκείνες τις μικρές λιμνούλες που συναντά κανείς ψηλά στα βουνά, που ο πυθμένας τους βρίσκεται πολΰ πιο πάνω από την επι-φάνεια των άλλων, και καθώς ψήλωνε ο ήλιος την έβλεπα να πετά από πάνω της το πέπλο της ομίχλης και σιγά σιγά εδώ κι εκεί να εμ-φανίζονται τα απαλά κυματάκια ή η λεία επιφάνειά της, καθώς τα σύννεφα της ομίχλης υποχωρούσαν σαν φαντάσματα προς όλες τις κατευθύνσεις και χάνονταν στο δάσος, λες και διαλυόταν κάποια μυ-στική νυχτερινή σύναξη». Και όποτε ο λόγος γίνεται ακόμη πιο ήρε-μος, όποτε οι μεταφορές υποκύπτουν ακόμη περισσότερο στον κύριο σκοπό της πρότασης, τότε οι περιγραφές της φύσης αποκτούν εξαι-ρετική ποιότητα. «Μια εβδομάδα ολόκληρη», λέει στο κεφάλαιο «Άνοιξη», «άκουγα μέσα στην πρωινή ομίχλη τον παραπονεμένο, κυκλωτικό κρωγμό κάποιας μοναχικής αγριόχηνας που γύρευε το ταίρι της, κάνοντας ολόκληρο το δάσος να αντηχεί μ' έναν ήχο πολύ μεγαλύτερο θαρρείς από οποιοδήποτε ζώο θα μπορούσε να κατοική-σει ποτέ μέσα σ' αυτό». Μια φράση τόσο σπάνιας ομορφιάς και ηχη-τικής περιγραφικότητας, ο «παραπονεμένος, κυκλωτικός κρωγμός κάποιας μοναχικής αγριόχηνας», εντυπώνεται στο μυαλό του

(22)

ανα-γνώστη για πολύ καιρό αφοΰ έχει πια αφήσει στην άκρη το Ονόλντεν και έχει πιάσει κάποιο άλλο βιβλίο. Καθοας βυθίζεται στο Ονόλντεν, ο αναγνώστης πρέπει να φρο-ντίζει να προσαρμόζει τους ρυθμούς του στο μονοπάτι το οποίο διασχίζει, να σταματά όπου είναι απαραίτητο και να συνεχίζει την πορεία του όποτε πρέπει. Άλλωστε, το Ονόλντεν δεν παρέχει επι-χειρηματολογία, δε συνθέτει κάποια λογική αλυσίδα που ο κάθε κρίκος της χρήζει ιδιαίτερης προσοχής. Είναι ένα μανιφέστο που περιέχει καυστική γλώσσα και αναλυτική παρουσίαση σε ίσες πο-σότητες. Τα ισχυρότερα συγγραφικά εργαλεία που διαθέτει ο Θο-ρώ είναι ο ενθουσιασμός και η ικανότητά του να χαρίζει στις συ-χνά παράδοξες απόψεις του μια όψη φυσική, να τις κάνει να φα-ντάζουν σχεδόν αυτονόητες, έτσι που να νιώθουμε στο πετσί μας το βάρος των ιδεών του, όσο ξένες κι αν μας φαίνονται. Έχει την ικα-νότητα να μας εμφανίζει μια ιδέα με τρόπο τέτοιο, ώστε όλα όσα αυτή υπονοεί μοιάζει να ηχοΰν πεντακάθαρα, χωρίς να υπάρχει ανάγκη να εξηγηθούν, ακόμα και αν στην πραγματικότητα φαίνο-νται ανεξήγητα. «Και το κυνήγι της πέρδικας και της βαλτομπεκά-τσας μπορεί να προσφέρει σπάνια ψυχαγωγία», γράφει. «Πιστεύω όμως ότι ακόμα πιο ευγενές θήραμα για τον κυνηγό θα ήταν ο ίδιος του ο εαυτός». Ελάχιστη σημασία έχει αν ο ισχυρισμός που εκφράζεται στην πρόταση αυτή είναι ευλογοφανής ή όχι. Αυτό που έχει σημασία είναι ο τρόπος με τον οποίο ταρακουνάει τον ανα-γνώστη. «Οποιαδήποτε αλήθεια είναι προτιμότερη από την αυτα-πάτη», γράφει κάπου αλλού. «Ρώτησαν τον Τομ Χάιντ το γανωτή λίγο πριν τον κρεμάσουν αν είχε τίποτε να πει. "Να πείτε στους ραφτάδες", είπε, "να μην ξεχνάνε να δένουν έναν κόμπο στην κλω-στή τους πριν κάνουν την πρώτη βελονιά"». Ο Θορώ μας αφήνει να στοχαστούμε την παραβολή αυτή με την ησυχία μας, μια ησυχία την οποία αποφεύγει να ταράξει με κάποιο δικό του σχόλιο πάνω στη μικρή αυτή ιστορία. Ακόμα και έπειτα από σχεδόν ενάμιση αιώνα, το Ονόλντεν εξα-κολουθεί να έχει τη δύναμη να αναστατώνει τον αναγνώστη. (Ας μην

(23)

ξεχνάμε, άλλωστε, πως πρόκειται για ένα βιβλίο που ως μόνιμη επω-δό του έχει την απουσία στέγης.) Έ ν α μέρος της δύναμης αυτής προ-έρχεται από τον χαρακτήρα του ίδιου του Θορώ, ο οποίος κάποιες φορές είναι τόσο ανοιχτός όσο και η ίδια η επιφάνεια της λίμνης, αν και με έντονα φανερή τη χαρακτηριστική επιτηδειότητα των Γιάνκη-δων. Άλλες φορές πάλι φαντάζει μυσταγωγικός, σχεδόν απροσπέλα-στος, και φαίνεται να μιλά για πράγματα φανερά μονάχα στον ίδιο. Είναι κι αυτός ένας από εκείνους τους «άγριους ανθρώπους», οι οποίοι «από ένστικτο ασπάζονται άλλα ήθη και εμπιστεύονται άλλες αρχές από εκείνες των συγχωριανών τους, που με τα πέρα δώθε τους μπαλώνουν τη στόφα των χωριών τους σε σημεία που αλλιώς θα έχα-σκαν ξηλωμένα». Αρνείται να ζήσει μια στρωτή ζωή, να αποδεχτεί τις κοινές αντιλήψεις, αλλά παρ' όλα αυτά κρατάει ανοιχτό το διάλο-γο με εκείνους που ζουν ζωές πιο συνηθισμένες από τη δική του. Το Ονόλντεν ποτέ δεν ξεπέφτει στη διεκτραγώδηση των δεινών του συγ-γραφέα του. Η δύναμη που διαθέτει το βιβλίο να ταρακουνά τον αναγνώστη προέρχεται και από ένα ακόμη γεγονός: πηγαίνοντας στην όχθη της λίμνης για να ζήσει σ' ένα σπίτι που έχτισε ο ίδιος, ο Θορώ επανα-λαμβάνει μια από τις πράξεις που κατέχουν κυρίαρχη θέση στη συλ-λογική αμερικανική φαντασία: την πράξη της απόβασης σε έναν άγριο τόπο, της εγκατάστασης σε μια δασώδη περιοχή, της δημιουρ-γίας ενός ξέφωτου εκεί όπου δεν υπήρχε πριν, της απόρριψης των περίτεχνων στολιδιών της πολιτισμένης ευρωπαϊκής ζωής, του ξεκι-νήματος μιας ζωής με σχετική αυτάρκεια. Ο Θορώ αποδίδει με πι-στότητα το ριζοσπαστισμό του πρότυπου αμερικανικού εγχειρήματος και μάλιστα το κάνει χωρίς τον παραμικρό συναισθηματισμό, χωρίς ίχνος της ευλάβειας που έχει αναπτυχθεί γύρω από το μύθο της γέν-νησης της Αμερικής. Ο Μπρόνσον Άλκοτ, σύγχρονός του, άγγιξε την αλήθεια γύρω από το ριζοσπαστισμό του Θορώ δηλώνοντας τρία χρόνια πριν από τη δημοσίευση του Ονόλντεν: «Ο άνθρωπος αυτός είναι η προσωποποίηση της ανεξαρτησίας - είναι στ' αλήθεια ο μο-ναδικός υπογράφων της Διακήρυξης της Ανεξαρτησίας και αποτελεί

(24)

από μόνος του μια επανάσταση, μεγαλύτερη από εκείνη του 1776, αφοΰ έκανε κάτι περισσότερο από το να βάλει απλά την υπογραφή του: έκανε τη Διακήρυξη της Ανεξαρτησίας πράξη».* Κι όμως υπάρχει κάτι υπερβολικά γνώριμο στη δοκιμασία στην οποία υπέβαλε τον εαυτό του ο Θορώ πηγαίνοντας στη λίμνη. Δεν είναι κάτι που εκφράζεται με γλώσσα παιδική, παρ' όλο που κατά μία έννοια πρόκειται για ένα παιδικό εγχείρημα: το είδος εκείνο της ιδέας που έρχεται σ' ένα παιδί μια ζεστή καλοκαιρινή ημέρα, όταν η ζωή στις όχθες μιας δροσερής λίμνης φαντάζει ιδεατή. Σε κάθε τέ-τοια παιδική φαντασίωση υπάρχει ένας εγγενής ριζοσπαστισμός, ο οποίος εμφανίζεται ως ένα είδος βαθιάς έκπληξης απέναντι στον κό-σμο που έχουν φτιάξει οι ενήλικες. Ο Θορώ συλλαμβάνει τέλεια το συναίσθημα αυτό. Όταν λέει ότι «εκείνο που οι γέροι σου λένε πως δεν μπορείς να κάνεις, μόλις προσπαθήσεις, ανακαλύπτεις πως μπο-ρείς», τότε μιλά ο έμφυτος ριζοσπαστισμός, η αναρχική φαντασία ενός παιδιού. Κι αν εμείς με τη σειρά μας τον διαβάζουμε σωστά, τό-τε τον ακούμε κι εμείς με τα αυτιά ενός παιδιού. Ο Θορώ είναι ένα παιδί που διαθέτει τις συλλογιστικές και συγγραφικές ικανότητες ενός προικισμένου ενήλικα. Όμως, πριν προλάβει το παιδί μέσα στον καλοκαιρινό του εν-θουσιασμό να απομακρυνθεί πολΰ από το σπίτι του, οι σκέψεις του ξαναγυρνούν πίσω, αρχίζει να νιώθει αυτό που πιστεύω ότι ένιωθε συχνά και ο ίδιος ο Θορώ κατά μια μεταφορική έννοια: νοσταλγία για τον τόπο του. Διαβάζοντας το ΟυόΑντεν ως ένα βιβλίο που αφο-ρά κάποιον που πήγε να ζήσει στις όχθες μιας λίμνης, συχνά ξε-χνάμε πως αφορά επίσης κάποιον που έχτισε ένα σπίτι. Η οικιακή ζωή αποτελεί τον πυρήνα του έργου αυτοΰ. Ο Θορώ εγκαθίσταται νοητικά σε κάθε τόπο που βρίσκει μπροστά του, τον δοκιμάζει για να δει αν του κάνει. «Όπου κι αν τύχαινε να καθίσω», γράφει, «εκεί θα μπορούσα και να ζήσω, γινόμουν το κέντρο του τοπίου

* «This man is the independent» (Ο άνδρας αυτός είναι η προσωποποίηση της ανεξαρτησίας): Matthiessen, βλ. σημ. 1, σελ. 79.

(25)

που με περιέβαλλε. Τι άλλο είναι ένα σπίτι αν όχι ένα sedes, ένα κάθισμα, μια έδρα;» Πριν από την καλύβα στη λίμνη, το μόνο σπίτι που είχε ποτέ του ήταν ένα αντίσκηνο, «αν εξαιρέσω μια βάρκα». Το σπίτι, είτε πρόκειται για τη δική του, λιτή καλύβα (χτισμένη, ας μην το ξεχνάμε, σε δανεική γη) είτε για τις παράγκες των φτωχών Ιρλανδών είτε για τα στολισμένα σπίτια των ευκατάστατων πολι-τών του Κόνκορντ, μέσα στο Ονόλντεν μετατρέπεται σε διδαχή σχετικά με την τυπικότητα, με το πώς να κρατάμε σε απόσταση τους γείτονές μας, με την αρμονία που αναπτύσσεται ανάμεσα στην κατοικία μας και στον τρόπο ζωής μας. «Από μια ζωή μέσα στην πολυτέλεια», λέει ο Θορώ, «ο καρπός είναι η πολυτέλεια». Προς το τέλος του Ονόλντεν, στο κεφάλαιο που τιτλοφορείται «Σπιτική θαλπωρή», υπάρχει μια εντυπωσιακή εικόνα ενός φαντα-στικού σπιτιού, μια ιδέα για ένα σπίτι πιο μεγαλόπρεπο από εκείνο που μπόρεσε να χτίσει ο Θορώ με τα περιορισμένα του μέσα. Πρό-κειται για ένα «μεγαλύτερο σπίτι με περισσότερους ανθρώπους, που ορθώνεται σε μια χρυσή εποχή, χτισμένο από ανθεκτικά υλικά και χωρίς κακόγουστα στολίδια, το οποίο θα αποτελείται από ένα μόνο δωμάτιο, μια τεράστια, λιτή και πρωτόγονη σάλα». Στο σπίτι αυτό όλες οι εργασίες εκτελούνται σε κοινή θέα. Κάποιες φορές ζητείται από τους μουσαφίρηδες να κάνουν ένα βήμα πιο εκεί, ώστε να μπο-ρέσει η μαγείρισσα να σηκώσει την καταπακτή για να κατέβει στο κελάρι. Είναι ένα μέρος όπου «η μπουγάδα δεν απλώνεται έξω, η φωτιά δε σβήνει ποτέ και η κυρά του σπιτιού δεν μπαίνει σε πολλούς μπελάδες», ένα σπίτι «που το εσωτερικό του είναι ορθάνοιχτο και πρόδηλο σαν φωλιά πουλιού». Πρόκειται για μια κατοικία που δε διαχωρίζει τους άνδρες από τις γυναίκες, ούτε και τους άνδρες μετα-ξύ τους ή τις δουλειές τους. «Η ζωή μας», γράφει ο Θορώ, «έχει απομακρυνθεί πολύ από τα σύμβολά της». Όμως σε ένα σπίτι σαν κι αυτό που φαντάζεται, σε μια τέτοια χρυσή εποχή, ζωές και σύμβολα θα είναι ένα και το αυτό. Θα υποψιαζόταν κανείς ότι η κατοικία αυτή δεν είναι παρά μία ακόμη εικόνα της φύσης, ότι αυτό που δημιούργησε εδώ ο Θορώ

(26)

εί-ναι απλά άλλη μια περίπλοκη μεταφορά για το φυσικό κόσμο. Κι όμως, δε συμβαίνει κάτι τέτοιο. Παρ' όλη την αγάπη που ένιωθε για την ύπαιθρο, ο Θορώ αντιλαμβανόταν ότι ακόμη και «σ' αυτή την πρωτόγονη, καινούργια χώρα», «δε βρισκόμαστε σε απόλυτη αρμονία με τη Φΰση». Από ιδιοσυγκρασία είμαστε χτίστες κατοι-κιών, αναζητητές της οικιακής ζωής. «Αλίμονο!» λέει ο Θορώ. «Οι άνθρωποι έγιναν εργαλεία των εργαλείων τους. Ο άνθρωπος που μάζευε μόνος του φρούτα όποτε πεινούσε, έγινε γεωργός· κι εκεί-νος που στεκόταν κάτω από ένα δέντρο για να προφυλαχτεί από τον καιρό, έγινε νοικοκύρης. Τώρα πια δεν κατασκηνώνουμε για να περάσουμε τη νύχτα, αλλά ριζώσαμε στη γη και ξεχάσαμε τα ουράνια». Αυτή είναι η ουσία του ριζοσπαστισμού του Θορώ. Τον αποκα-λώ παιδικό ριζοσπαστισμό όχι με σκοπό να τον μειώσω, αλλά θέ-λοντας να τονίσω τη φρεσκάδα του, την πληθωρικότητά του, την αί-σθηση του πλάτους και της ομορφιάς του κόσμου που αποπνέει. Όταν ο Θορώ πήγε να ζήσει στο δάσος, δεν ένιωθε νοσταλγία για κάποιον τόπο, ούτε για κάποιο σπίτι, αλλά για την ουσία της ύπαρ-ξής του. Είναι το είδος εκείνο της νοσταλγίας που μας προειδοποι-εί ότι αυτή τη φορά επιτέλους φτάσαμε στ' αλήθεια σε μια και-νούργια χώρα, όπου οι παλιές, γνώριμες αντιλήψεις έχουν παραμε-ριστεί, όπου πρέπει να γίνουμε καινούργιοι άνθρωποι. Ο Θορώ έβλεπε ολόγυρα τους γείτονές του, πλούσιους και φτωχούς, ριζω-μένους σε ζωές που δεν τους χάριζαν την ευτυχία, «πασχίζοντας να λύσουν το πρόβλημα του βιοπορισμού με συνταγές πιο περίπλοκες από το ίδιο το πρόβλημα». Εμείς εξακολουθούμε φυσικά να είμα-στε οι γείτονές του και οι ζωές μας έχουν γίνει, αν μη τι άλλο, ακό-μη πιο προβληματικές, οι συνταγές για την επίλυση των προβλημά-των μας ακόμη πιο πολύπλοκες. Όμως, όπως ανήγγειλε ο Θορώ στους γείτονές του, υπάρχει εναλλακτική λύση και αυτή δεν είναι άλλη από το «να ξεκινήσουμε για την περιπέτεια της ζωής τώρα». Σε μια από τις τελευταίες και καλύτερες μεταφορές του, λέει τα εξής: «Η ζωή μέσα μας μοιάζει με το νερό του ποταμού. Μπορεί

(27)

φέτος να φουσκώσει περισσότερο από κάθε άλλη φορά και να πλημμυρίσει τα υψίπεδα που εχει ξεράνει ο ήλιος* μπορεί αυτή να είναι η πολυτάραχη χρονιά μας, η χρονιά εκείνη που θα πνίξει όλους μας τους νεροπόντικες».

References

Related documents

The temporary limitations of the research made it impossible for a complete implementation of the whole process: observation, planning, action and reflection (always as a

more saleable and sustainable (and potentially even profitable) social investment products to offer. This will be in terms of a) size – once there are possibilities of bigger

Enterotoxemia Type C Disease that affects goats in the first two weeks of life causing bloody infection of the small intestine and rapid death.. Enterotoxemia Type C and

3) AI allows breeding of different portions of the herd to different bucks. Young does may be bred to not yet proven but high potential bucks, while the majority of

A state issues a title to provide a vehicle owner with proof of ownership. Each title has a

• Annual Future Leaders Meeting (held at MAR Conference) where groups meet together to discuss future leadership trends, training and goals.. To

Consequently, IT professionals and business users involved in defining an ERP strategy need to identify how this can be explicitly linked to, and enable in measurable ways,

νερό κι η φωτιά προέρχονταν από τον αέρα.  Ο δρόμος από τη γη και το νερό στα σπαρτά των αγρών δεν είναι μακρύς. Κατά πάσα πιθανότητα, ο  Αναξιμένης