• No results found

Μαραγκόπουλος - Αγαπημένο Βρωμοδουβλίνο

N/A
N/A
Protected

Academic year: 2021

Share "Μαραγκόπουλος - Αγαπημένο Βρωμοδουβλίνο"

Copied!
209
5
0
Show more ( Page)

Full text

(1)
(2)

ΑΡΗΣ ΜΑΡΑΓΚΟΠΟΥΛΟΣ

Αγαπημένο

Βρωμοδουβλίνο

Τόποι και Γλώσσες στον Οδυσσέα του Τζαίημς Τζόυς ΚΕΔΡΟΣ

(3)
(4)

«Αυτό που θέλω», είπε ο Τζόυς καθώς κατηφορίζαμε την Universitatsstrasse, «είναι να δώσω μια τόσο πλήρη εικόνα τον Δουβλίνου, ώστε αν μια μέρα συνέβαίνε ξαφνικά η πόλη να εξαφανιστεί από προσώπου γης να μπορεί να αναστηλωθεί μέσα απ’ το βιβλίο μου.»

Frank Budgen, The Making of Ulysses, Indiana U. Press, 1960, σ. 67,

Είναι μάταιο να επιζητεί να εξηγήσει κάποιος σε λίγες γραμμές την σπουδαιότητα του Ulysses. Εξίσου μάταιο με το να επιζητεί να εξηγήσει συνοπτικά την σπουδαιότητα των ομηρικών επών ή της Βίβλου. Υπάρχουν κείμενα στην παγκόσμια γραμματολογία που έχουν καταλάβει την θέση ορίων της ανθρώπινης σοφίας. Κοινό χαρακτηριστικό αυτών των οριακών κειμένων είναι το ότι δεν διαβάζονται. Θέλω να πω ότι δεν διαβάζονται με την συνήθη έννοια του όρου, αρχίζοντάς τα κάποια στιγμή και τελειώνοντάς τα κάποια άλλη. Ο λόγος είναι απλός· τα οριακά κείμενα στα οποία αναφέρομαι, είναι κατά κανόνα μυητικά κείμενα. Ο αναγνώστης που τα πλησιάζει μυείται στο δικό τους λεξιλόγιο, στην δική τους γραφή, στην δική τους ανάγνωση του κόσμου, στην δική τους στάση ζωής, στο δικό τους αναξιμάνδρειο άπειρο. Σε τέτοια κείμενα the word is the world1, για να παραφράσουμε πολύ ελαφρά τον Τζόυς, και μάλιστα ένας world without end· ο ατέρμων αυτός κόσμος αργά ή γρήγορα προ(σ)καλεί τον σεμνό αναγνώστη σε μια εξίσου ατέρμονη περιήγηση, που στην διάρκειά της, ο τελευταίος μεταμορφώνεται σε πιστό, σε μαθητευόμενο μύστη.2 Το ανά χείρας βιβλίο σχεδιάστηκε λοιπόν ως πλοηγικός χάρτης για τους επίλεκτους ναυτιλλομένους αυτού του τζοϋσικού απείρου. Αντίθετα με το προηγούμενο βιβλίο του γράφοντος, που “διαβάζει” τον Ulysses, ως medium ανάμεσα στο κείμενο-σύμπαν και στον αναγνώστη-μύστη, αυτό εδώ επιχειρεί με “υλικότερο”, πιο σωματικό τρόπο - διά των αισθήσεων και μάλιστα διά της οράσεως και της ακοής- να επιτρέψει την απόδραση φευγαλέων, πλην υπαρκτών, εικόνων και ήχων από την τζοϋσική υπερβόρεια Χώρα. To Ulysses αποτελεί κατεξοχήν Κείμενο-Τόπο. Κι εδώ δεν υπαινίσσομαι απλώς την ανεκδοτολογία που θέλει το βιβλίο ως μουσείο μιας πόλης, η οποία, ακόμα κι αν σβήσει απ’ τον χάρτη (κατά το παρατιθέμενο ανωτέρω ευφυολόγημα του ίδιου του Τζόυς), ο Ulysses θα είναι πάντα σε θέση να την “ανακεφαλαιώσει” και να την “αναστηλώσει” στην παγκόσμια μνήμη... Αλλωστε το βιβλίο δεν περιγράφει την πόλη υπό την συνήθη ρεαλιστική οπτική. Η πόλη υπάρχει για τον αναγνώστη ακριβώς όπως υπάρχει για τους ήρωες του βιβλίου: ο αναγνώστης περιδιαβαίνει δρόμους μαζί τους, μπαίνει σε βιβλιοθήκες, εκκλησίες, διάφορα δημόσια κτήρια, γραφεία, εστιατόρια, μπαρ, σπίτια, περνάει γέφυρες ξανά και ξανά πάνω από τον Λίφφυ (το ποτάμι που διασχίζει το Δουβλίνο), ως αθέατος πλην ταλασίφρων ηδονοβλεψίας, αφού ο συγγραφέας δεν του προσφέρει την παραμικρή περιγραφή ή φωτογραφία του σκηνικού. Αν κάποιο πρόσωπο σταματήσει μπροστά σ’ ένα άγαλμα ή σε μια βιτρίνα και παρατηρήσει κάτι που του κάνει εντύπωση, αν τακτοποιήσει κάτι στο γραφείο του, αν σκοντάψει σε μια κολώνα, αν κάτι από το περιβάλλον τοπίο τον απασχολήσει στην (εξουθενωτική) καθημερινότητά του, τότε και μόνο τότε, το πληροφορείται ο αναγνώστης. Το Δουβλίνο του Ulysses, (ανα)συγκροτείται στο μυαλό του αναγνώστη όχι από γιγάντιες μπαλζακικές ή άλλες περιγραφές, αλλά από τις γιγάντιες διαστάσεις που παίρνει η καθημερινότητα των ανθρώπων που ζούνε σ’ αυτό. Πάνω από διακόσια πρόσωπα, με μεγαλύτερη ή μικρότερη εμβέλεια στην πλοκή του βιβλίου, γεννιούνται, πεθαίνουν, τρώνε, ερωτεύονται, κάνουν έρωτα, ονειρεύονται, κοιμούνται, διαλέγονται, εκνευρίζονται, αγωνιούν για τον επιούσιο (το τελευταίο αφορά σχεδόν τους πάντες), στοιχηματίζουν, εκκλησιάζονται, θάβουν τους νεκρούς τους, συγκρούονται για την

(5)

πολιτική, ανατρέχουν στην ιστορία και τους νεκρούς τους, κάνουν τέχνη και βεβαίως πίνουν, πίνουν ασυστόλως. Ο Τζόυς δεν ενδιαφέρεται να φανταστούμε το δικό μας Δουβλίνο, όπως γίνεται συνήθως στις περιγραφές του κλασικού μυθιστορήματος.3 Τα αδηφάγα πρόσωπά του τρέφονται από την Πόλη-Κράτος (του Λόγου) και τρέφουν με την σειρά τους τον βαθμιαία όλο και πιο βουλιμιώδη αναγνώστη. Ο Ulysses είναι πρωτίστως Κείμενο-Τόπος με την έννοια την υλική, την γαιοδυναμική (αν μου επιτρέπεται αυτός ο αδόκιμος για την λογοτεχνία όρος)· ένας τόπος όπου η κάθε λέξη γεννιέται στην κυριολεξία, σαρκώνεται, μέσα από συνεχή επιφάνια, τουτέστιν μέσα από συνεχείς και σπαργώσες συγκρούσεις της ενδελεχούς ύλης4 αυτής της Λογόπολης με το πνεύμα των αγωνιώντων ηρώων· μέσα απ’ αυτήν την σύγκρουση επαναπροσδιορίζονται ακαταπαύστως στα μάτια του αναγνώστη οι επιμέρους τόποι, ενώ μέσα από τις διαρκώς αφυπνιζόμενες αναφορές σε μύθους, ιστορία, λογοτεχνία κ.λπ., συγκροτείται εν τέλει το ιστορούμενο σε ενιαίο αναγνωρίσιμο Τόπο. Ένα Κείμενο-Τόπο που χαρτογραφείται και οργανώνεται με την ρευστή ακρίβεια της φυσιοδιφικής παρατήρησης ενός ζώντος οργανισμού. Δεν είναι τυχαίο που ούρα αίμα σπέρμα και θάλασσα, από την αρχή ως το τέλος του βιβλίου, πλημμυρίζουν σε ένα ραμπαιλικό κατακλυσμό όλη την διήγηση, γονιμοποιώντας διά μιας πανάρχαιης μιμητικής ιερουργίας (του είδους που διέκρινε ο Μπάχτιν5 για το σύμπαν του Γαργαντούα καί Πανταγκρυέλ) το ιστορούμενο. Με τέτοια κοσμικά υλικά της Δημιουργίας είναι κτισμένη η τζοϋσική Πόλις. Αντιλαμβάνεται λοιπόν ο αναγνώστης ότι αυτό το Δουβλίνο είναι ένας προκατακλυσμιαίος Ου Τόπος, όπου το κλειδί για την είσοδο κατέχει ο ήρωας εκείνος (αλλά και ο αναγνώστης) που φέρει υπερηφάνως το όνομα Ούτις. Η πόλη αυτή αενάως ρέει, κυλάει σαν τον Λίφφυ· η πόλη αυτή κατατρώγει Λόγο και αναπνέει διά του Λόγου - η πόλη αυτή μυριόστομη και αδιάντροπη εξομολογείται και διαπομπεύει τα κατά το σώμα και το πνεύμα της- η πόλη αυτή ως συμπαντικός ου τόπος ισοδυναμεί με πάντα τόπον, ιδιαιτέρως όταν επιχειρούμε να τον χωρέσουμε στα ανθρώπινα μέτρα- γι’ αυτό και ετούτη η κίρκεια πόλη εύκολα μεταμορφώνεται σε απολλώνεια Δελφική χώρα, σε ομηρική Θρινακία, Αιολία, Φαιακία, Ωγυγία, Ιθάκη κ.λπ., σε γαελική Θούλη, σε αμλέτεια Ελσινόρη, σε σβενδεμπόργκεια Νέα Ιερουσαλήμ, σε βιβλική Εδέμ, σε δάντεια Κόλαση, τουτέστιν σε πανανθρώπινη μητρίδα ή, όπως κιόλας το υπαινίχθηκα, σε Γαία-Tellus. Οι εικόνες λοιπόν που περιέχονται σ’ αυτόν τον τόμο δεν επιχειρούν μια φολκλορική περιήγηση στο Δουβλίνο των αρχών του αιώνα. Επιχειρούν - στο μέτρο που αυτό γίνεται με τις εικόνες-να εισδύσουν κάπως σ’ αυτόν τον μυθικό ου τόπο - αλλά οι εικόνες όταν είναι φωτογραφίες (εδώ έχουμε να κάνουμε μ’ αυτήν την αναγκαία συνθήκη) συγκρατούν οπωσδήποτε το πεπερασμένο, την επιφάνεια- εκτίθενται, οι περισσότερες, με σαφή και αυστηρά σημασιοδοτημένη την πληροφορία τους στα μάτια του θεατή, δίχως πολλά περιθώρια ανοίγματος στο φαντασιακό του. Η χιλιοειπωμένη κοινοτοπία που ισχυρίζεται την ισοδυναμία της εικόνας με χιλιάδες λέξεων, κάθε άλλο παρά ισχύει όταν αφορά την φωτογραφία και τον πεπερασμένο της κόσμο. Κατά την ταπεινή γνώμη του γράφοντος, το αντίστροφο ισχύει περισσότερο, ότι δηλαδή μία λέξη ισοδυναμεί με χίλιες εικόνες, όσες πάνω-κάτω ας πούμε φαντάζομαι όταν εκφέρω αιφνιδίως τη λέξη κίτρο ή τη λέξη κλινοσκέπασμα ή όποια άλλη (που η όποια φωτογραφία της βεβαίως μικρή πιθανότητα έχει να τις αφυπνίσει). Θεωρώ αναγκαία αυτήν την παρένθεση ως προειδοποίηση για την λειτουργία των εικόνων σ’

(6)

αυτό το βιβλίο. Μόνες τους δεν νομίζω ότι λένε πολλά πράγματα· αποτελούν μάρτυρες

βεβαίως της τζοϋσικής τοπογραφίας, αλλά είναι μάρτυρες βουβοί. Ο αναγνώστης ας μην σταθεί απέναντι τους σαν ιάπωνας περιηγητής· αν μείνει σ’ αυτήν την παθητική στάση δεν θα ιδεί τίποτε από την μαγεία του άγιου τόπου, από το Agendath και το Netaim.6 Είναι προτιμότερο να σταθεί ως περιηγητής με την κλασσική έννοια του όρου (Παυσανίας) αν δεν μπορεί να γίνει προσκυνητής με την μεσαιωνική έννοια (The Pilgrim’s Progress)7, πράγμα που αποτελεί και την ιδανική συνθήκη θέασης... Αν ο αναγνώστης αφεθεί στο τραγούδι των Σειρήνων, στο παράπλευρο δηλαδή τζοϋσικό κείμενο, τότε η αδύναμη εντελέχεια της πεπερασμένης εικόνας μπορεί και να αφυπνιστεί, να τον μαγέψει. Γι’ αυτό μίλησα προηγουμένως για ήχους. Σ’ ένα παλιότερο βιβλίο8 έγραφα σχετικά με την γλώσσα του τζοϋσικού κειμένου: «...θέλει να απελευθερώσει την ενστικτώδη ποιητική σοφία, την αρχέτυπη αγριότητα που κρύβει εντός της η γλώσσα. Γι’ αυτό οσμίζεται, μουγκρίζει, μουκανίζει, γουργουρίζει, υποτονθορίζει, βρυχάται, ιδρώνει κατά περίπτωση. Γι’ αυτό το σημαίνον αφήνεται να (χαρο)παλεύει με τα πολλαπλά του σημαινόμενα· γι’ αυτό ενώνεται παρά φύσιν με άλλα σημαίνοντα, γι’ αυτό αγκυλώνει, στάζει, πυορροεί, πληγώνεται, αιμάσσει το σημαίνον του τζοϋσικού κειμένου. Δεν είναι αυτό, όχι δεν είναι αυτό που σκέφτηκες! μοιάζει συνεχώς να υπενθυμίζει περιπαιχτικά στον αναγνώστη ο Τζόυς, κι αμέσως μετά: αν δεν μάθεις τα δικά μου αγγλικά, δεν θα καταλάβεις ποτέ το βιβλίο μου!» Η παρούσα μεταγραφή αυτά τα “ιδιότροπα αγγλικά”, αυτή την σπάνια φωνή, επιχειρεί να αποδώσει στην γλώσσα μας. Τα παρατιθέμενα κείμενα, ως λιτά αποσπάσματα ενός ογκώδους μυητικού κειμένου, το μόνο που ζητούν από τον αναγνώστη είναι μια ποιητική στάση. Τίποτε λιγότερο και τίποτε περισσότερο απ’ αυτήν την απαίτηση. Τότε, ακόμα κι αν ο αναγνώστης δεν έχει ξαναδιαβάσει ποτέ του Τζόυς, είναι βέβαιο πως θα έρθει σε κάποια γόνιμη κοινωνία με την Πόλιν, τότε και θα αισθανθεί ίσως στο πετσί του το βαθύτερο νόημα των λόγων του αείμνηστου εκείνου Ιγνάτιου Γκάλλαχερ: Κάνουν καλό ρε παιδί μου, λίγες διακοπές. Αισθάνομαι κομμάτι καλύτερα αφότου πάτησα πάλι το πόδι μου στο αγαπημένο Βρωμοδουβλίνο...9 Α. Μ. ΕΥΧΑΡΙΣΤΙΕΣ

Στον Charge d’ Affaires της Ιρλανδικής Πρεσβείας, Breifne Ο’ Reilly, στον καθηγητή Morris Beja, στον ποιητή και κρίτικό Δημήτρη Δασκαλόπουλο, στον μεταφραστή και κριτικό Άρη Μπερλή, στους συγγραφείς Γιώργο Αριστηνό, Μάρω Δούκα, Μιχάλη Μήτρα, και στην Βάσω Αβραμοπούλου για την πολύτιμη συμπαράστασή της.

1. In the beginning was the word, in the end, world without end- φράση από το 15ο επεισόδιο, την Κίρκη (για την ερμηνεία και τα συμφραζόμενα της φράσης, δες επίσης: Α. Μαραγκόπουλος, Ulysses, Οδηγίες Προς Ναυηλλομένους, Δελφίνι, 1995, σ. 329). 2. Μαθητευόμενο μύστη- κάτι ανάλογο ασφαλώς υπαινισσόταν και ο Τζόυς, όταν με το γνωστό του ύφος, ισχυριζόταν ότι ο ιδανικός αναγνώστης τον Ulysses δεν θα πρέπει να κοιμάται ποτέ! 3. Κλασικού μυθιστορήματος- δες χαρακτηριστικά και στον Jean-Yves Tadie: Εδώ [ενν. σε βιβλία όπως του Τζόυς, του Doblin, ή του Ντος Πάσσος, όπου, κατά τον συγγραφέα, η πόλη ορίζει την αρχιτεκτονική του μυθιστορήματος] δεν συναντάμε πλέον την τάξη της ρεαλιστικής πόλης, της διαιρεμένης σε συνοικίες που κατοικούνται όμορφα και καλά από διαφορετικές κοινωνικές τάξεις, αλλά ένα μίγμα, έναν κυκεώνα που σε όλα τα επίπεδα τον έργου συνοδεύεται

(7)

από μορφικές ανατροπές. Η κλασική πόλη που απλωνόταν ήρεμα στο βάθος τον πίνακα, εκσφενδονίζεται με χρωματιστές και αφηρημένες πινελιές πάνω σε πίνακες τον Ρομπέρ Ντελωναί... (Le Roman au XXe Siecle, Les dossiers Belfond, Paris 1990, σ. 151).

4. Ενδελεχής ύλη- χαρακτηριστικά ένα ολόκληρο κεφάλαιο του Ulysses, το τρίτο (Πρωτέας) κρύβει στο φιλοσοφικό του υπέδαφος την εντελέχεια -όπως αυτή διατυπώνεται από τον Αριστοτέλη (Περί Ψυχής, II, iv, 415b, 9: 'Εστι δε ή ψυχή τον ζώντος σώματος αιτία καί αρχή... έτι τού δυνάμει όντος λόγος ή εντελέχεια...) και όπως την αντιλαμβάνεται ο ήρωας του βιβλίου Στήβεν Δαίδαλος μέσα από την διδασκαλία του Θωμά του Ακινάτη. Η αντίληψη της εντελέχειας καθώς και της συγγενούς της των Επιφανίων, διαπερνά όλο το βιβλίο (δες Ulysses, Οδηγίες κ.λπ., op. cit., όλο το τρίτο κεφ., τις σσ. 61,63,174,287,425 καθώς και όλες τις αναφορές του λήμματος Επιφάνια στο Ευρετήριο του βιβλίου σελ. 458). 5. Διέκρινε ο Μπάχτιν· δες σχετικά όλο το πέμπτο κεφάλαιο του βιβλίου του: L ’ Oeuvre de Frangois Rabelais, Gallimard 1970, σ. 302, και ενδεικτικά μια διαπίστωση που αφορά στην κυριολεξία της το τζοϋσικό σύμπαν: Τα σημαντικά γεγονότα, που συνδέονται με το γκροτέσκο σώμα, οι πράξεις του σωματικού δράματος, -το φαγητό, το πιοτό, οι φυσικές ανάγκες (καθώς και κάθε αποβολή, ιδρώτας, βλέννα, κ.λπ.), η ερωτική πράξη, η εγκυμοσύνη, ο τοκετός, η ανάπτυξη, το γήρας, οι αρρώστιες, ο θάνατος, η διάρρηξη, το κομμάτιασμα, η απορρόφηση από ένα άλλο σώμα -συμβαίνουν στα όρια του σώματος και του κόσμου ή στα όρια του παλαιού (ενν. του θνήσκοντος) και του νέου (ενν. του γεννώμενου) σώματος· σε όλα αυτά τα γεγονότα του σωματικού δράματος, η αρχή και το τέλος της ζωής στοιχίζονται άρρηκτα μεταξύ τους (σσ. 315-6, οι υπογραμμίσεις του Μπάχτιν). 6. To Agendath και το Netaim- μυθικά τοπωνύμια που διαβάζει ο Κος Μπλουμ σε αγγελία εφημερίδας για επενδύσεις στην Παλαιστίνη (επεισ. Καλυψώ). Ταυτίζονται με την Γη της Επαγγελίας και επανέρχονται συχνά σε όλο το κείμενο.

7. A Pilgrim’s Progress- πρόκειται για το περίφημο ομότιτλο βιβλίο (1678) του John Bunyan (1628-1688), μια αλληγορία βασισμένη σε μεσαιωνικά θρησκευτικά θέματα όπου το pilgrimage, δηλ. το ταξίδι του προσκυνητή, είναι ένα εκπληκτικό ταξίδι στην γνώση και στην αυτογνωσία. 8. Σ’ ένα παλιότερο βιβλίο- στο Επίμετρο του βιβλίου Giacomo Joyce, Εκδ. Σμίλη, Αθήνα 1994, σ. 92. 9. Στο αγαπημένο Βρωμοδουβλίνο- η φράση απαντάται πρώτη φορά στους Δουβλινέζους {A Little Cloud, Ένα Συννεφάκι) αλλά αποκτάει όλη τη δυναμική της -που καθόρισε και τον τίτλο του παρόντος τόμου- στο έβδομο επεισόδιο του Ulysses, την Αιολία, που εμμέσως συνδέεται με το διήγημα των Δουβλινέζων, αφού ο εκεί ήρωας Ιγνάτιος Γκάλλαχερ, ρητώς αναφέρεται εδώ με αφορμή κάποια δημοσιογραφική του επιτυχία. Κάτω από τον τίτλο Dear Dirty Dublin εξιστορείται η ενδιαφέρουσα “παραβολή” του Στήβεν που μέρος της ο αναγνώστης θα συναντήσει εδώ, στο οικείο έβδομο κεφάλαιο υπό τον τίτλο: Δουβλινέζες Εστιάδες. Ι

(8)

ΤΗΛΕΜΑΧΟΣ, 8 π.μ. Ο Πύργος, οι Σφετεριστές Martello Tower, Sandycove

(9)

Στον εξώστη του πύργου Μαρτέλλο.

Εδώ αρχίζει το Ulysses. Σ’ αυτό το παραπέτο ακουμπάει το κύπελλο του ξυρίσματος ο Μάλλιγκαν, από δω κάπου δείχνει την “μεγάλη μας γλυκειά μητέρα”, την θάλασσα, στον Στήβεν. Από αυτήν την σκάλα θα ξεπροβάλει “κοιμίσης και κακοδιάθετος" ο τελευταίος, στην πρώτη σελίδα του βιβλίου.

(10)

INTROIBO AD ALTARE DEI

Καμαρωτός, ο γιομάτος Μπακ Μάλλιγκαν παρουσιάστηκε στο κεφαλόσκαλο, κουβαλώντας ένα κύπελλο με σαπουνάδα που πάνω του ένας καθρέφτης κι ένα ξυράφι ακουμπούσαν σταυρωτά. Μια κίτρινη ρόμπα, λυτή, κρατιόταν ανάλαφρα πίσω του από το ήπιο πρωινό αγέρι. Ύψωσε το κύπελλο στον αέρα και έψαλε:

— Introibo ad altare Dei.

Διέκοψε, έψαξε με τα μάτια κατά την σκοτεινή γυριστή σκάλα και φώναξε άγρια: — Ανέβα πάνω, Κιντς. Ανέβα πάνω, απαίσιε Ιησουίτη. Με επισημότητα προχώρησε πιο μπροστά και καβαλλίκεψε την στρογγυλή πολεμίστρα. Ατένισε ολόγυρα και ευλόγησε με σοβαρό ύφος τρεις φορές τον πύργο, την γύρω εξοχή και τα αφυπνιζόμενα βουνά. Ύστερα, μόλις πήρε το μάτι του τον Στήβεν Δαίδαλο, έγειρε προς την μεριά του και έκανε γρήγορους σταυρούς στον αέρα, γουγλουκίζοντας με τον λαιμό του και κουνώντας το κεφάλι του.

(11)

Ο πύργος Martello από την ακτή του Sandymount. Ο φαλλικός πύργος, ως δελφικός ομφαλός του ελληνισμού (αλλά και της ομφαλοσκόπησης των διανοουμένων), δίνει υπογείως μυστική υπόσταση στους καημούς του Στήβεν-Τηλεμάχου, στους πόθους του Μπλουμ-Οδυσσέα και στον ασίγαστο ίμερο της Ναυσικάς-Γκέρτυ. Το βιβλίο αρχίζει με το Introibo, δηλαδή την τελετουργική διείσδυση του άκαμπτου ανδρικού μορίου στον κόλπο του Δουβλίνου και τελειώνει με την οργασμική κατάφαση μιας γιγαντιαίας μήτρας-κόλπου, της Μόλλυ. ΟΜΦΑΛ(Λ)ΟΣ

(12)

Ο Χέηνς ρώτησε: — Πληρώνετε ενοίκιο γι ’ αυτόν τον πύργο; — Δώδεκα λίρες, είπε ο Μπακ Μάλλιγκαν. — Στον υπουργό πολέμου, πρόσθεσε πάνω από τον ώμο του ο Στήβεν. Κοντοστάθηκαν ενώ ο Χέηνς επιθεωρούσε τον πύργο μέχρι που στο τέλος είπε: — Θα κάνει ένα βρωμόκρυο τον χειμώνα, έτσι μου φαίνεται. Μαρτέλλο δεν τον λέτε; — Ο Μπίλλυ ο Πιτ έβαλε και τους έχτισαν, είπε ο Μάλλιγκαν, τον καιρό που οι Γάλλοι κυριαρχούσαν στην θάλασσα. Αλλά ο δικός μας είναι ο ομφαλός. [...] — Θέλω να πω, εξήγησε ο Χέηνς στον Στήβεν, καθώς ακολουθούσαν πίσω του, ετούτος ο πύργος κι αυτά τα βράχια φέρνει στο νού μου κάτι από Ελσινόρη. “Που κρέμεται πάνω απ’ την ρίζα του ως μέσα στην θάλασσα”, δεν έχω δίκηο;

(13)

Ο πύργος Martello όπως φαίνεται από το Kingstown.

Ο πύργος Μαρτέλλο βρίσκεται οκτώ μ’ εννιά μίλλια νότια του Δουβλίνου, ανάμεσα στα προάστεια Dalkey και Kingstown. Στ’ αριστερά, ένθετη η εικόνα της μητέρας του Τζόυς, της Mary Jane Murray ή απλώς Μαίη, η οποία φορτώνει με “ήλικίης δήγματα του ενδομύχου” (Agenbite of inwit), δηλαδή με τύψεις, τον Στήβεν Δαίδαλο· (ο τελευταίος αρνήθηκε να προσευχηθεί στο νεκροκρέββατό της, όπως αρνείται επίσης να υπηρετήσει την άλλη μάνα του, την Ιρλανδία, εφόσον παραμένει υπηρέτρια των Άγγλων). Η ΜΕΓΑΛΗ ΜΑΣ ΜΗΤΕΡΑ Η μυξοπράσινη θάλασσα. Η αρχιδοσφίχτρα θάλασσα. Έπί οίνοπα πόντον. Αχ Δαίδαλε, οι Έλληνες! Πρέπει να σε μάθω. Πρέπει να τους διαβάζεις στο πρωτότυπο. Θάλαττα, Θάλαττα! είναι η μεγάλη μας γλυκειά μητέρα. Έλα να δεις. [...]

(14)

Το τραγούδι του Φέργκους· το τραγούδαγα μονάχος στο σπίτι, σέρνοντας τις μακρόσυρτες σκοτεινές συγχορδίες. Η πόρτα της ήταν ανοιχτή· ήθελε να ακούσει την μουσική μου. Βουβός από δέος και οίκτο πήγα στο κρεββάτι της. Έκλαιγε στο παλιοκρέββατό της. Για κείνες τις λέξεις, Στήβεν: της αγάπης το πικρό μυστήριο. Σε όνειρο, αθόρυβα, τον είχε επισκεφτεί, το απολειφάδι του σώματός της μες στα χαλαρά του σάβανα αναδίνοντας οσμή από κερί και τριανταφυλλόξυλο, η αναπνοή της έσκυψε πάνω του με βουβά μυστικά λόγια, μια ανάερη οσμή υγρής στάχτης... Όχι μητέρα. Άσε με να υπάρξω και άσε με να ζήσω. Το κατέβασμα το λεγόμενο Forty Foot. Από εδώ κατεβαίνει για το μπάνιο του ο “σφετεριστής” Μπακ Μάλλιγκαν (το Forty Foot απέχει καμμιά ογδονταριά μέτρα από την σκάλα του πύργου). Εδώ κάπου (μικρή φωτογραφία) ρίχνει την βουτιά του, ενώ ο Στήβεν τού αφήνει το κλειδί και αποχωρεί οριστικά ως Τηλέμαχος αναζητών τον Πατέρα.

(15)

ΣΦΕΤΕΡΙΣΤΗΣ! — Φεύγω Μάλλιγκαν, είπε. — Ρε συ Κίντς άσε μας κείνο το κλειδί να κρατάει το πουκάμισό μου. Ο Στήβεν τού έδωσε το κλειδί. Ο Μπακ Μάλλιγκαν το έβαλε σταυρωτά πάνω στο σωρό με τα ρούχα του. — Και δύο πέννες για ένα ποτήρι μπύρα. Ρίξ’ τες κει πέρα. Ο Στήβεν πέταξε δυο πέννες στον μαλακό σωρό. Ντύσιμο, ξεντύσιμο. Ο Μπακ Μάλλιγκαν όρθιος, ενώνοντας τα χέρια εμπρός του, είπε επίσημα: — Όστις κλέπτει τους πένητας δανείζει τον Κύριον. Τάδε έφη Ζαρατούστρα. Το πλαδαρό του σώμα βούτηξε. [...] Δεν θα κοιμηθώ εδώ απόψε. Ούτε και σπίτι μου μπορώ να πάω. [...] Σφετεριστής.

(16)

Η γνωστή φωτογραφία του Τζόυς στην ηλικία του Στήβεν Δαιδάλου, δηλαδή στα 1904. Σ’ αυτό το Πορτραίτο του Καλλιτέχνη ως Νεαρού Ανδρός, διακρίνει κανείς την αμλετική ηρεμία του Στήβεν ο οποίος, εγκαταλείποντας καταπατητές Άγγλους και σφετεριστές Ιρλανδούς, ανηφορίζει για την προσωπική ελευθερία του μοναχικού καλλιτέχνη. ΤΗΛΕΜΑΧΟΣ ΑΜΛΕΤ ΣΤΕΦΑΝΟΣ — Αστείο που είναι το όνομά σου, είπε ευδιάθετα. Το ανόητο όνομά σου, κάποιος αρχαίος έλληνας.

(17)

[...] Σαν τι να υπάρχει μέσα σ’ ένα όνομα; Τούτο ρωτάμε τους εαυτούς μας μικρά παιδιά όταν γράφουμε το όνομα που μας είπαν πως είναι το δικό μας. [...] — Διάβασα κάπου μια θεολογική ερμηνεία του (του Άμλετ), είπε ρεμβάζοντας. Η ιδέα περί του Πατρός και του Υιού. Ο Υιός που πασχίζει να εξιλεωθεί με τον Πατέρα. ΝΕΣΤΩΡ, 9.45 π,μ. Σχολείο της Ματαιότητας Summerfield, Dalkey Avenue

(18)

Το προάστειο Ντάλκυ από το ύψος του σχολείου της Dalkey Avenue. Η θέα στον κόλπο του Δουβλίνου, στις ακτές που θυμίζουν στον Κο Ντήζυ την Ιρλανδή Ωραία Ελένη, την Ντενρβονγκίλλα. Υποτίθεται, ότι εξαιτίας της οι Άγγλοι αποβιβάστηκαν για πρώτη φορά εδώ στα 1167. Στο βάθος δεξιά, η αγγλική παρουσία, ο πύργος Μαρτέλλο. ΥΦΑΝΤΡΑ ΤΟΥ ΑΝΕΜΟΥ —Μια άπιστη γυναίκα πρωτόφερε τους ξένους στις ακτές μας, η γυναίκα του ΜακΜάρροου καί ο αγαπητικός της ο Ο’Ρούρκε, ο πρίγκηπας του Μπρέφνι. [...]

(19)

— Η Ιστορία, είπε ο Στήβεν, είναι ένας εφιάλτης απ’ όπου προσπαθώ να ξυπνήσω. [...] — Οί δρόμοι του Δημιουργού δεν είναι οι δικοί μας δρόμοι, είπε ο Κος Ντήζυ. Όλη η ιστορία οδεύει προς ένα μεγάλο σκοπό, την αποκάλυψη του Θεού. Ο Στήβεν τίναξε το δάχτυλό του προς το παράθυρο, λέγοντας: — Ιδού ο Θεός. — Ούρρααα! Άιι! Γρργουίιιι! — Τι πράγμα; ρώτησε ο Κος Ντήζυ. — Μια κραυγή στον δρόμο, απάντησε ο Στήβεν, σηκώνοντας τους ώμους.

(20)

Η είσοδος του παλιού σχολείου στο Ντάλκυ. Εκτός από την ματαιότητα των εγκοσμίων, στο σχολείο του ο δάσκαλος Στήβεν διδάσκεται την ανοησία των γέρων “σοφών”, που επιμένουν να διδάσκουν φθαρμένες αρετές όπως το ψέμμα και την μισαλλοδοξία. Ο ΝΕΣΤΩΡ ΤΗΣ ΚΟΙΝΟΤΟΠΙΑΣ — Πρόσεχε τι σου λέω, Κύριε Ντένταλους, είπε. Η Αγγλία βρίσκεται στα χέρια των Εβραίων. Σε

(21)

όλες τις ανώτερες θέσεις: στην οικονομία, στον Τύπο της. Κι είναι ετούτοι τα σημάδια της παρακμής του έθνους. Όπου κι αν μαζευτούν κατατρώνε την ζωτική δύναμη του έθνους. Το έβλεπα όλα αυτά τα χρόνια να έρχεται. Όσο βέβαιο είναι ότι στεκόμαστε εδώ πέρα άλλο τόσο είναι βέβαιο πως οι εβραίοι έμποροι έχουν αρχίσει κιόλας το καταστροφικό τους έργο. Η Γηραιό Αγγλία πεθαίνει. Έκανε δυο σβέλτα βήματα πιο κει, ενώ τα μάτια του απόκτησαν γαλάζια ζωή καθώς πέρασαν από μια πλατειά ηλιαχτίδα. Στράφηκε ολόγυρα και ξαναγύρισε. — Πεθαίνει, είπε, αν δεν πέθανε κιόλας. Της πόρνης η φωνή δρόμο το δρόμο Το σάβανο της γριάς Αγγλίας θα υφάνει. [...] — Ένας έμπορος, είπε ο Στήβεν, είναι κάποιος που αγοράζει φτηνά και πουλάει ακριβά, είτε είναι εθνικός είτε εβραίος, έτσι δεν είναι; Γήπεδο στο Clongowes. Στη θέση του (ανύπαρκτου πλέον) γήπεδου χόκεϋ στο σχολείο του Ντάλκυ, μια παλιά

(22)

φωτογραφία από τα γήπεδα του σχολείου που φοίτησε ο νεαρός Τζόυς. Η ίδια άλλωστε οδυνηρή εμπειρία του ποδοσφαίρου στο Κλόνγκοουζ που τροφοδοτεί το Πορτραίτο του Καλλιτέχνη, επανέρχεται στην περιγραφή του παιχνιδιού του χόκεϋ στο δεύτερο κεφάλαιο του Ulysses. ΤΗΣ ΜΑΤΑΙΟΤΗΤΑΣ ΜΑΧΗ Διαπεραστικές κραυγές κουδούνισαν από το γήπεδο των παιδιών κι ένα σβουριχτό σφύριγμα. Ξανά: ένα γκολ. Βρίσκομαι ανάμεσα τους, ανάμεσα στα μπερδεμένα τους κορμιά που παλεύουν, το κονταροχτύπημα της ζωής. Εννοείς εκείνο το μαμόθρεφτο με τα στραβοκάνικα γόνατα που μοιάζει να ’χει ελαφρό πονόλαιμο; Κονταρομαχίες. Ο Χρόνος τράνταζε τις αλλαγές, το ένα τράνταγμα ύστερα από το άλλο. Δήθεν κονταρομαχίες, βούρκος και βουή των μαχών, το παγωμένο θανάτου ξερατό του σφαγμένου, μια κραυγή μέσ’ από μύτες λόγχης δολωμένης με ματωμένα ανθρώπινα σπλάγχνα. Ill ΠΡΩΤΕΑΣ, 11 π..μ. Η Ακτή του Δημιουργού Sandymount Strand

(23)
(24)

Σάντυκόουβ, η παραλία του Στραντ. Σε κάποιο σημείο αυτής της πρωτεϊκής παραλίας, κάπου εδώ κοντά, ο Στήβεν αρχίζει την πορεία του “για την αιωνιότητα”, δοκιμάζοντας να “διαβάσει ” την εντελέχεια που κρύβει η περιρρέουσα ύλη. Στα 1904 στη θέση του κυματοθραύστη υπήρχαν ‘‘μουσκλιοθρεμμένα βράχια” (weedgrown rocks, -αναφέρονται στο επεισόδιο Ναυσικά.) ΠΑΡΑ ΘΙΝ’ ΑΛΟΣ Αναπόδραστος στάσις του ορατού: τουλάχιστο αυτό αν όχι κάτι παραπάνω, σκέψη διά των ματιών μου. Τις υπογραφές στο κάθε τι βρίσκομαι εδώ για να διαβάσω, στης θάλασσας το γόνο και στης θάλασσας την σύρτη, στην παλίρροια που φουσκώνει, σε τούτο το σκεβρωμένο στιβάλι. Μυξοπράσινο, ασημογάλανο, σκουριασμένο: χρωματισμένα σημάδια. Όρια του διαφανούς. [...] Ο Στήβεν έκλεισε τα μάτια του και άκουγε τα στιβάλια του να συντρίβουν τρίζοντας, φύκια κι όστρακα. [...] Αρχίζω να τα πηγαίνω καλά στο σκοτάδι. Το μείλινο σπαθί μου κρέμεται στο πλευρό μου. Σκούντησε με δαύτο· καθώς οι άλλοι. Τα δυό μου πόδια στα στιβάλια του βρίσκονται στην άκρη των ποδιών του, nebeneinander. Ακούγεται στέρεο· καμωμένο από την ξυλόσφυρα του Los Demiurgos. Μήπως βαδίζοντας στην ακτή του Σάντυμάουντ οδεύω για την αιωνιότητα;

(25)

Το Στραντ, την ώρα της παλίρροιας, ώρα που το σκυλί ίδια με τον ομηρικό Πρωτέα (δ 455-459) «πηδάει σαν λαγός, στέκεται σαν ελάφι, χώνει το μουσούδι στα κύματα, θεόρατους θαλάσσιους ελέφαντες, βγάζει γλώσσα λύκου, καλπάζει σαν μοσχάρι, είναι όμοιο με λεοπάρδαλη και πάνθηρα»... γίνεται με την σειρά του Θεός! Ο ΛΟΓΟΣ ΤΗΣ ΥΛΗΣ Μέσα από τις αμμουδιές όλου του κόσμου, έχοντας στην πλάτη το φλέγόμενο σπαθί του ήλιου, όλο δυτικά, αποδημώντας σε νυχτωμένες χώρες. Και σέρνει εκείνη, αποσπά, τραβάει, έλκει, ρυμουλκεί το φορτίο της. Μια παλίρροια που φεύγει δυτικά, καθώς την οδηγεί η σελήνη με το φως της. Παλίρροιες, μυριάδες νησιά εντός της, αίμα όχι το δικό μου, οίνοπα πόντον, μια κρασοσκότεινη θάλασσα. [...] Τα χείλια του χείλισαν και στομάτισαν άσαρκα αέρινα χείλια: στόμα στην μήτρα της. Μνμαα, μνήμα όλο μήτρα. Το στόμα του έγινε καλούπι βγάζοντας ανείπωτη ανάσα: οοεεεααααα: βρυχηθμός καταρράκτη πλανητών, σφαιρικών, φλεγόμενων, που βρυχώνται εραπεραπεραπεραπεραπερα. [...]

(26)

Τετράλεξη κυματομιλία: σσηησοο, χρσσσ, ρσσσιιάιςς, οοουςς. Οι κέλητες, από την γνωστή σειρά του De Chirico, και η βιβλιοθήκη του Marsh, στην οδό St. Patrick’s Close, η αρχαιότερη στην Ιρλανδία. Εφιάλτες ταλανίζουν τον νεαρό διανοούμενο Στήβεν, ως άλλον Άμλετ, για rov δρόμο που θα επιλέξει. η ιρλανδική παράδοση (οι κέλητες του Μάνανααν, του Ιρλανδού Πρωτέα) και η ιησουίτικη παιδεία του (το σχολείο Κλόνγκοους, η βιβλιοθήκη Marsh) αισθάνεται πως τον κρατούν δέσμιο...

(27)

ΑΓΕΡΗΔΕΣ ΤΗΣ ΕΛΣΙΝΟΡΗΣ Αγέρηδες λυσσομανούσαν γύρω του, αγέρηδες που τσιμπούσαν κι έκοφταν. Καταφθάνουν, κύματα. Τα άλογα του πόντου με τις λευκοχαίτες τους, φρουμάσσοντας, μ’ αστραφτανέμου χαλινά οι κέλητες του Μάνανααν [ ΑΜΛΕΤ: Ο αγέρας δαγκώνει μανιασμένα, πολύ το κρύο. ΟΡΑΤΙΟΣ: Ο αγέρας τσιμπάει και κόφτει. (Σαίξπηρ, Άμλετ I, iv, 1)] Αυτό το αγέρι είναι γλυκύτερο. Οίκοι που σαπίζουν, ο δικός μου, εκείνου, όλων μας. Είπες στην αριστοκρατία του Κλόνγκοους πως έχεις ένα θείο δικαστή κι ένα θείο στρατηγό στον στρατό. Ξεκόλλα απ’ αυτούς Στήβεν. Δεν είναι εκεί η ομορφιά. Ούτε και στον βαλτωμένο κόλπο της βιβλιοθήκης Μαρς όπου διάβαζες τις ξεθωριασμένες προφητείες του Ιωακείμ Αββά... Μα για ποιον ετούτες; Για την εκατοντακέφαλη πλέμπα του καθεδρικού περιβόλου...

(28)

Πίνακας του φίλου του Τζόυς Frank Budgen, εμπνευσμένος από τον Πρωτέα.

Από τα βάθη της πρωτεϊκής ύλης κι από τα βάθη της ιστορίας: Χριστός, Ρα, Κορίτσι, Μητέρα, Πατέρας, Άμλετ, Υιός, Πνεύμα. Ο ποιητής αφουγκράζεται τη βουή της Πέτρας και της Παλίρροιας και του Σκύλου- μεταμορφώνεται σε Ποιητή ορατών τε πάντων καί αοράτων.

(29)

ΕΠΙΦΑΝΙΑ

Θυμάσαι τα Επιφάνιά σου που τα έγραψες σε πράσινα φύλλα οβάλ, βαθύτατα βαθιά, που αντίγραφά τους ήταν να σταλούν άμα πέθαινες σε όλες τις μεγάλες βιβλιοθήκες του κόσμου, μηδέ της Αλεξάνδρειας εξαιρούμενης; Κάποιος θα ήταν γραφτό να τα διαβάσει εκεί πέρα μετά από μερικές χιλιάδες χρόνια, μια μαχαμανβαντάρα. Κάτι σαν τον Πίκο ντέλλα Μιραντόλα. Α, κάτι που φέρνει πολύ σε φάλαινα. Όταν κάποιος διαβάζει τούτες τις αλλόκοτες σελίδες ενός που αποδήμησε παλιά αισθάνεται σαν ένας που γίνεται ένα μ’ έναν που μία φορά... [...] Γυρνώντας την πλάτη του στον ήλιο έσκυψε πάνω σ’ ένα τραπέζι από βράχο και σημείωσε λέξεις. [...] Ποιος εκείνος που οπουδήποτε θα διαβάσει τούτες τις γραμμένες κουβέντες; Σημάδια σε λευκό πεδίο. Κάπου σε κάποιον με την ωραιότερη του αυλού φωνή σου. IV Κ Α Λ ΥΨΩ, 8 π.μ. Γη της Επαγγελίας No 7 Eccles Street, Dublin

(30)
(31)

Φωτογραφία του 1981 του εγκαταλελειμμένου από τότε σπιτιού της οδού Eccles 7. Σήμερα το σπίτι δεν υπάρχει. © Jorge Lewinski, 1981. Η σκάλα του μαρτυρίου για την κρεββατοκάμαρα, η ιεροτελεστία του προγεύματος, το παγερό σπήλαιο της οδού Ικκλς, εκείνο το πρωινό στις 16 Ιουνίου στα 1904. Έτσι αρχίζει η Οδύσσεια. ΤΟ ΠΑΓΕΡΟ ΣΠΗΛΑΙΟ Νεφρά είχε στο μυαλό του καθώς γυρόφερνε ανάλαφρα στην κουζίνα, ταχτοποιώντας τα του προγεύματος της στον σκεβρωμένο δίσκο. Παγερό φως κι αέρα είχε στην κουζίνα αλλά απέξω,

(32)

ολούθε, απαλό καλοκαιριάτικο πρωινό. Τον έκανε να αισθάνεται κομμάτι ορεξάτος. Τα κάρβουνα έπαιρναν να κοκκινίζουν. Ακόμα μια φέτα ψωμί με βούτυρο· τρεις, τέσσερις· εντάξει. Δεν της άρεσε να έχει γεμάτο το πιάτο της. Εντάξει. Άφησε τον δίσκο, σήκωσε το τσαγερό από το παραπέτο και το έβαλε με το πλάι στην φωτιά. Στεκόταν εκεί, σκοτεινό και στρουμπουλό, το ρύγχος του πεταγμένο έξω. Φλυτζάνι τσάι σύντομα. Ωραία. Στόμα στεγνό. Η γάτα γυρόφερνε τσιτωμένη το πόδι του τραπεζιού με σηκωμένη την ουρά της. — Μννιάο!

ANLEITUNG

zum Gebrauch von

(33)

Εξώφυλλο σύγχρονης του Κου Μπλουμ -της γερμανικής- έκδοσης του σχετικού φυλλαδίου γυμναστικών ασκήσεων. Ασκήσεις Sandow, στα 1904, πριν μυρίσει το χαμμένο βούτυρο στο τηγάνι, πριν έρθει το ταχυδρομείο με το ένοχο γράμμα του Μπόυλαν, πριν νιαουρίσει απαιτητικά η Ερμαία γάτα, και πριν ακόμα η Καλυψώ με το αφράτο της σώμα καλέσει: «Πόλντυ!»

ΥΓΙΕΙΝΗ ΖΩΗ

Γκρίζα φρίκη καψάλισε το κορμί του. Διπλώνοντας την σελίδα την έχωσε στην τσέπη του κι έστριψε στην οδό Ικκλς, βιάζοντας το βήμα για το σπίτι. Κρύα λάδια γλύστρησαν μέσα στις φλέβες του, παγώνοντας το αίμα του· τα χρόνια τού κάνουν μια κρούστα, έναν μανδύα από άλατα. Αλλά τώρα βρίσκομαι εδώ. Πρωινό στόμα άσκημες εικόνες. Θα σηκώθηκα λάθος πλευρά στο κρεββάτι. Πρέπει να ξαναρχίσω κείνες τις ασκήσεις Σάντοου. Τα χέρια κάτω.

(34)

Η οδός Ικκλς όπως φαινόταν από την οδό Μπέρκλεϋ (παλιά φωτογραφία). Πρώτο σπίτι αριστερά (απέναντι από την κολώνα): ο αριθμός 7. Έξω από το παγερό σπίτι ο ήλιος φωτίζει σιγά-σιγά τον ναό τον Αγίου Γεωργίου (στο βάθος). Πλησιάζει η ώρα που ο Οδυσσέας θα αποπλεύσει για το άγνωστο της ημέρας του ταξίδι.

(35)

ΖΕΣΤΗ ΜΕΡΑ

Στο κατώφλι έψαξε στην κωλότσεπη για το κλειδί. Δεν είναι εκεί. Στο παντελόνι που φόραγα. Να το πάρω. Την πατάτα την έχω. Η ντουλάπα τρίζει. Γιατί να την ενοχλήσω. Προηγουμένως γύρισε απ’ την άλλη νυσταγμένα. Τράβηξε πίσω του την πόρτα της εξόδου πολύ ήσυχα, κι άλλο, μέχρι που το κάτω της μέρος κούφωσε απαλά πάνω στο κατώφλι, το μισοσκέπασε. Φαινόταν κλειστή. Μια χαρά θα είναι μέχρι να γυρίσω. Πέρασε από την φωτεινή μεριά του δρόμου, αποφεύγοντας το χαλαρό σκέπαστρο στο υπόγειο του αριθμού 75. Ο ήλιος πλησίαζε το καμπαναριό της εκκλησίας του Αγίου Γεωργίου. Μου φαίνεται πως θα ’χουμε ζεστή μέρα. Ιδιαίτερα μ’ αυτά τα μαύρα ρούχα το αισθάνεσαι περισσότερο. [...] Αλλά δεν μπορώ να πάω και μ’ εκείνο το ανοιχτόχρωμο κουστούμι. Να μην το κάνουμε και πικ-νικ. Κάθε τόσο τα βλέφαρά του βούλιαζαν ήρεμα όπως βάδιζε μες στην πρόσχαρη ζεστασιά.

(36)

Μογγολική μικρογραφία, Ο Κήπος της Πίστεως, 1590, British Library. Η αγγελία για το μυθικό Agendath και Netaim της Παλαιστίνης (στην εφημερίδα που ο χασάπης τύλιξε το νεφρό), σε συνδυασμό με τον άπλετο πρωινό ήλιο αναστατώνει τον Κο Μπλουμ. Ο απαρνηθείς τον εβραϊσμό Μπλουμ, εξόριστος στο νησί της δολόεσσας Μόλλυ, νοσταλγεί τώρα τους Εβραίους φίλους του και ονειροπολεί περιπλανήσεις στην Ανατολή... To Agendath και Netaim φαντασιώνεται ξανά και ξανά στη διάρκεια της ημέρας στο ταραγμένο του μυαλό.

Ω! ΑΝΑΤΟΛΗ!

(37)

(Agendath και Netaim) Βιαστικό ζεστό ηλιόφωτο έφτασε τρέχοντας από την οδό Μπέρκλεϋ, αεράτο, με ελαφριά σαντάλια, διασχίζοντας το μονοπάτι που φώτιζε. Τρέχει, τρέχει να με συναντήσει, ένα κορίτσι με χρυσά μαλλιά στον άνεμο. [...] Κάπου στην Ανατολή· νωρίς το πρωί να παίρνεις δρόμο τα χαράματα, να ταξιδεύεις συνέχεια μπροστά από τον ήλιο, να του ξεκλέβεις μιας μέρας περπάτημα. Αν βαστήξεις για πάντα έτσι, από τεχνική άποψη μιλώντας, δεν θα γεράσεις ποτέ ούτε μια μέρα. [...] Περιπλανιέσαι σε δρομάκια σκεπασμένα με τέντες. Περνάνε δίπλα σου πρόσωπα με τουρμπάνια. Σκοτεινές σπηλιές χαλιών μαγαζιά, άντρας τεράστιος, ο Τούρκος ο τρομερός, κάθεται σταυροπόδι και καπνίζει φιδίσια πίπα. Φωνές των πραματευτάδων στους δρόμους. Να πίνεις νερό αρωματισμένο με μάραθο, σερμπέτι. Να περιπλανιέσαι δώθε κείθε όλη μέρα.

(38)

Η εκκλησία του Αγίου Γεωργίου, όπως φαίνεται, από την πλευρά της οδού Ντόρσετ. Το φως είναι παντού. ανάμεσα στο σκιερό σπήλαιο και στο ηλιόλουστο πρωινό, ένα σύννεφο σκιάζει πρόσκαιρα τους ονειρεμένους δρόμους της Ανατολής. Το σύννεφο, ως οιωνός, ενώνει για πρώτη φορά Στήβεν και Μπλουμ στο άπειρο του ουρανού...

(39)

HEIGHO! HEIGHO! HEIGHO!

Ένα σύννεφο άρχισε να καλύπτει αργά τον ήλιο, σκιάζοντας τον κόλπο με βαθύτερο πράσινο (Πρωτέας). Ένα σύννεφο άρχισε να καλύπτει τον ήλιο, γεμάτα, αργά, γεμάτα. Γκρίζο. Μακριά (Καλυψώ).

[...]

Κάτι τρίζει και σβουρίζει υπόκωφα ψηλά στον αέρα. Οι καμπάνες της εκκλησίας του Αγίου Γεωργίου. Χτυπούσαν την ώρα: ηχηρό σκούρο σίδερο. Χάι χο! Χάί χο! Χάί χο! Χάί χο! Χάί χο! Χάί χο! Παρά τέταρτο. Να το πάλι. Το υπερτόνιο συνέχισε μες στον αέρα, μια τρίτη. Κακόμοιρε Ντίγκναμ! V ΛΩΤΟΦΑΓΟΙ, 9.45 π.μ. Το Γράμμα ως Σώμα Westland Row, Lincoln Place

(40)

Γωνία οδού Μπρούνσβικ με οδό Ουέστλαντ Ρόου. Eδώ ο Κος Μπλουμ συναντά τον Μακ Κόυ, ανακαλύπτει στην εφημερίδα το Plumtree’s Potted Meat, και αποθαυμάζει την ωραία κυρία που στέκεται μπροστά στο ξενοδοχείο Γκρόσβενορ (στο βάθος δεξιά). Περνώντας κάτω από την γέφυρα Loop Line το ευαίσθητο κεφάλι του Κου Μπλουμ στο πέρασμα ενός τραίνου βομβαρδίζεται από χιλιάδες βαρέλια μπύρα....

(41)

ΛΩΤΟΣ TOY GROSVENOR

A' Ο Κος Μπλουμ παρατηρούσε απ’ την άλλη μεριά του δρόμου την δίτροχη άμαξα που είχε σταθεί μπροστά στην πόρτα του Γκρόσβενορ. Ο πορτιέρης σήκωσε την βαλίτσα πάνω στην σκάρα. Εκείνη στεκόταν ακίνητη, περιμένοντας, ενώ ο άντρας, σύζυγος, αδελφός, ίδιος μ’ αυτήν έψαχνε τις τσέπες του για ψιλά. Μοδάτο αυτό το πανωφόρι με τον διπλό γιακά, ζεστό για τέτοια μέρα, μοιάζει με κουβερτόπανο. [...] Μετατοπίστηκε λιγάκι στο πλάι σε σχέση με το φλύαρο κεφάλι του Μακ Κόυ. Όπου να ’ναι θ’ ανέβει. [...] Πρόσεχε! Πρόσεχε! Μεταξωτό αστράφτουν ακριβές κάλτσες πάλλευκο. Πρόσεχε! Ένα δυσκίνητο τραμ χτυπώντας την κόρνα του γλίστρησε ανάμεσα. Το έχασα. Γαμώ την φλύαρη σκατομούρη σου. Νοιώθεις να σε κλείδωσαν απέξω. Ο παράδεισος και το ουρί. Πάντα έτσι συμβαίνει. Την ωραιότερη στιγμή.

(42)

Το ερειπωμένο ξενοδοχείο Γκρόσβενορ στα 1984. Σήμερα που το Γκρόσβενορ δεν υπάρχει πια, η αδηφάγος αντρική ματιά του Κου Μπλουμ ακόμα πλανιέται στον αέρα ποθώντας να δει λίγη κάλτσα των αρχών του αιώνα, λίγο παλιομοδίτικο γυναικείο τουπέ... Λίγα μέτρα πιο κάτω απ' αυτό το σημείο, ο Κος Μπλουμ θα σταθεί να διαβάσει το τρυφηλό γράμμα της Μάρθας, της άγνωστης με την οποία αλληλογραφεί κρυφά με το ψευδώνυμο Henry Flower.

(43)

ΛΩΤΟΣ TOY GROSVENOR

B' Παίρνει αδιάφορη πόζα με τα χέρια της μες σ’ αυτές τις τσέπες-μπαλώματα. Σαν εκείνο το ψηλομύτικο πλάσμα στον αγώνα πόλο. Γυναίκες όλα για την κάστα τους μέχρι να τους ακουμπήσεις το σημείο. Όμορφη είναι και το δείχνει. Κρατιέται πριν ενδώσει. Η αξιότιμη Κα κι ο Βρούτος είναι αξιότιμος κύριος. Έτσι και την πάρεις μια φορά της έβγαλες όλο της το τουπέ. [...] Ύστερα, προχωρώντας αργά-αργά, ξαναδιάβασε το γράμμα μουρμουρίζοντας εδώ κι εκεί κάποια λέξη. Θυμωμένες τουλίπες με σένα αγαπημένο ανδρολούλουδο τιμωρήσει τον κάκτο σου αν εσύ δεν παρακαλώ φτωχό μημελησμόνει πόσο ποθώ βιολέττες από τα καλά τριαντάφυλλα όταν εμείς σύντομα ανεμώνη συναντηθούμε οι δύο μας άταχτο νυχτοβλαστάρι η σύζυγος της Μάρθας το άρωμα.

(44)

Αμαξες σε αναμονή έξω από τον σταθμό Westland Row, στην οδό Μπρούνσβικ (σήμερα ονομάζεται Πηρς).

(45)

ΤΥΧΑΡΠΑΣΤΑ ΨΟΦΑΛΟΓΑ!

Ο Κος Μπλουμ έστριψε στη γωνία και πέρασε τα κρεμάμενα τυχάρπαστα ψοφάλογα. Ώρα της μυτοσακκούλας. Ήρθε πιο κοντά κι άκουσε ένα τραγάνισμα από χρυσαφένιο σανό, δόντια που ήπια μασουλάνε. Τα γεμάτα τα ελαφίσια μάτια τους τον κύτταζαν καθώς διάβαινε, μες στις γλυκειές απ’ το σανό αναθυμιάσεις του κάτουρου. Το δικό τους Ελντοράντο. Κακόμοιρα θύματα! Σιγά μην ξέρουν και μη γνοιάζονται για άλλο τίποτα έτσι που χώνουν τις μακρουλές τους μύτες μες στις μυτοσακκούλες. Ο νιπτήρας της εκκλησίας των Αγίων Πάντων.

(46)

Στην εκκλησία των Αγίων Πάντων ο Κος Μπλουμ φιλοσοφεί, με επαγγελματική ευσυνειδησία, πάνω στις “διαφημιστικές” τεχνικές της καθολικής εκκλησίας.

(47)

ΛΩΤΟΥ ΑΓΙΑΣΜΑ

Καλή ιδέα τα λατινικά. Πρώτα τους αποσβολώνει. [...] Έπειτα νοιώθουν όλοι σαν να βρίσκονται στην ίδια οικογενειακή συγκέντρωση, το ίδιο όπως στο θέατρο, όλοι στο ίδιο ρεύμα. Και βέβαια έτσι νοιώθουν. Γι’ αυτό είμαι σίγουρος. Λιγότερη μοναξιά. Μέσα στην αδελφότητά μας.

[...]

Έξυπνη ιδέα ο Άγιος Πατρίκιος το τριφύλλι. [...] Κρασί. Το κάνει πιο αριστοκρατικό. [...] Και πολύ υγιεινό, έψαλλαν, σε κανονικές ώρες, κι έπειτα απόσταζαν λικέρ. Βενεδικτίνη. Πράσινη Σαρτρέζ. [...] Μετανοήσασα πόρνη θα απευθυνθεί στο εκκλησίασμα. Πώς ανεκάλυψα τον Κύριο. [...] Πέρασε, κουμπώνοντάς τα διακριτικά, τον διάδρομο, κι ύστερα έκανε έξω από την κύρια πόρτα στο φως. Έμεινε μια στιγμή τυφλωμένος δίπλα στον κρύο μαύρο μαρμάρινο νιπτήρα καθώς μπροστά και πίσω του δύο πιστοί βύθιζαν λαθραία χέρια στην χαμηλή στάθμη του αγίου ύδατος.

(48)

Το φαρμακείο του Σουήνη στην πλατεία Λίνκολν.

«Οι φαρμακοποιοί σπανίως μετακινούνται. Τα πράσινα και τα χρυσά τους αλαβάστρινα βαζάκια παραείναι βαριά για να κουνηθούν...» μονολογεί ο Κος Μπλουμ. Το φαρμακείο του Σουήνη κοντά εκατό χρόνια τώρα παραμένει στην ίδια θέση.

(49)

ΛΩΤΟΦΑΓΩΝ ΤΟΠΟΣ

Και μόνο η μυρωδιά σε κάνει καλά όπως το κουδούνι του οδοντογιατρού. Ιατρός Σκαμπίλης. Δεν μπορεί να μη παίρνει κι ο ίδιος κανένα φάρμακο. Κάνα μαντζούνι ή κανένα γαλάκτωμα. [...] Βοτάνια. Θέλουν προσοχή. Έχει εδώ πράμα, φτάνει η μυρωδιά του για να σε χλωροφορμίσει. [...] Χλωροφόρμιο. Υπερβολική δόση λάβδανου. Υπνωτικά χάπια. Ερωτικά φίλτρα. Αφιονοσιρόπι παρηγοριάς φέρνει βήχα. Φράζει τους πόρους ή το φλέμμα. Δηλητήρια η μόνη θεραπεία. Γιατρειά εκεί που δεν την περίμενες με τίποτα. Έξυπνη η Φύση.

(50)

Σπάνια φωτογραφία του γκρεμισμένου σήμερα χαμάμ της πλατείας Λίνκολν. © W. Υ. Tindall, 1954, Pennsylvania State University, 1960.

(51)

THIS IS MY BODY

Τώρα να ευχαριστηθώ ένα λουτρό· καθαρή σκάφη νερού, δροσερό σμάλτο, το απαλό χλιαρό ρεύμα. Τούτο είναι το σώμα μου. Προείδε το ωχρό του σώμα ξαπλωμένο μέσα για τα καλά, γυμνό, σε μια μήτρα θαλπωρής, αλειμμένο από μυρωδάτο σαπούνι που λιώνει, απαλά λελουσμένο. Είδε τον κορμό του και τα άκρα να κάνουν κυμκυματάκια και να στέκονται, σημαντήρες ανάλαφροι, λεμονοκίτρινα· τον αφαλό του, σάρκινο μπουμπούκι· και είδε τους σκούρους μπερδεμένους βοστρύχους του θυσάνου του να επιπλέουν, επιπλέοντα μαλλιά του ρεύματος γύρω από τον χαλαρό πατέρα χιλιάδων, ένα χαύνο πλεούμενο άνθος.

(52)

VI

ΝΕΚΥΙΑ, 11

Π

.

Μ

.

OΙ ΝΕΚΡΟΙ

Glasnevin Cemetery

(53)

Ένας πελάτης με αδηφάγο αφροδίσια όρεξη δρασκελίζει χορτάτος από στρείδια το κατώφλι του εστιατορίου Red Bank, την ώρα που το ξόδι του Κου Ντίγκναμ περνάει απ’ έξω. Το λευκό ψαθάκι του αντιχαιρετάει τον Κο Δαίδαλο· είναι ο Μπλέιζες Μπόυλαν, “μνηστήρας” της Πηνελόπης Μόλλυ Μπλουμ. Ο Κος Μπλουμ προσποιείται πως δεν τον βλέπει -όπως άλλωστε προσποιείται πως δεν ξέρει και για την σχέση αυτού του “τριζάτου καρακάρα” με

(54)

την γυναίκα του. Το εστιατόριο της Κόκκινης Όχθης δεν υπάρχει σήμερα.

ΤΟ ΞΟΔΙ

A' Θα έρθει σήμερα το απόγεμα. Για τα τραγούδια της. [...] — Τι κάνετε; είπε ο Μάρτιν Κάννιγκαμ, φέρνοντας την παλάμη του στο μέτωπο σε ένδειξη χαιρετισμού. — Δεν μας βλέπει, είπε ο Κος Πάουερ. Όχι μας βλέπει. Τι κάνετε; — Ποιος είναι; ρώτησε ο Κος Δαίδαλος. — Ο Μπλέιζες Μπόυλαν, είπε ο Κος Πάουερ. Νάτος εκεί πέρα πάει με το πάσο του. Ακριβώς την στιγμή που τον σκεφτόμουν. Ο Κος Δαίδαλος έγειρε εμπρός για να χαιρετήσει. Από την πόρτα της Κόκκινης Όχθης ένας λευκός δίσκος από ψαθάκι άστραψε σε απάντηση: πέρασε. Ο Κος Μπλουμ επιθεώρησε τα νύχια στο αριστερό του χέρι, ύστερα τα άλλα στο δεξί του. Ναι, τα νύχια. Υπάρχει κάτι παραπάνω σ’ αυτόν που αυτοί αυτή διακρίνει; Γοητεία. Ο χειρότερος άνθρωπος στο Δουβλίνο. Αυτό του δίνει ζωή.

(55)

Η Ροτόντα, το κρατικό μαιευτήριο, σε παλιά φωτογραφία. Ο δρόμος για το νεκροταφείο του Γκλάσνεβιν (τώρα μονόδρομος προς την αντίθετη κατεύθυνση) προχωράει στο βάθος μετά την πλατεία Rutland. Ο πατέρας του Τζόυς, Ιωάννης Στανίσλαος, πρότυπο του Κου Δαιδάλου πατρός.

ΤΟ ΞΟΔΙ

B' Λευκά άλογα με λευκά φτερωτά λοφία στο κεφάλι έστριψαν καλπάζοντας την γωνία της Ροτόντα. Ένα μικρούλικο φέρετρο πέρασε αστραπή. Βιάση να θάψει. Νεκροφόρα. Ανύπαντρος.

References

Related documents

This issue may be freely reproduced for the purposes of private research and study and extracts (or indeed, the full report) may be included in professional journals provided

Support vector machine and KNN exhibited appreciable boost in sensitivity for the regions like western region that had performed poorly before using data from

Privacy Policy Terms of Use About Projects Contact Welcome Bridge Design Design Notes Calculations Spreadsheets Tutorials Workshop BS5400 & DMRB Eurocodes

All in all, these studies indicate that negative schizo- typy might link to lower overall wellbeing and mental health, while high positive schizotypy in itself might reflect

Now knee deep in the wat er

Explicit formula of Bayes error rate and the first-order asymptotic expansion of the expected error rate associated with quadratic plug-in discriminant function are presented.. A set

Finally, the fourth approach is an automated, model-based approach that reuses field data to generate test inputs that fit new data requirements for the purpose of testing

The Colegio Federado de Ingenieros y Arquitectos de Costa Rica (CFIA) (Professional Association of Engineers and Architects), founded over a hundred years ago,

In applying the International Covenant on Economic, Social and Cultural Rights (United Nations Office of the High Commissioner for Human Rights, 1995), General Comment 6 (GC6)

The Heilman Scholarship provided by Rotary Club of Point West – Sacramento (PWR) is a special scholarship in memory of Guy Heilman, who was a long time PWR member.. Guy was the

Thus, this study aimed to develop a new system that will provide those colleges and universities with satellite campuses a new, easy and quick way of creating and generating room,

STEP 1: From rear of rear axle housing, install drive pinion assembly (drive pinion, drive pinion bearing adjustment shims, differential pinion bearing and differential drive

parent heterocycles, Scheme 1) are unlikely to play a large role in the stability of the RAHB within NH-N because the heterocyclic nitrogen atoms do not appear to interact

Both RMSE and MAPE were computed for the predictions of one half of the concurrent period by means of the linear fit generated with the other half of the concurrent

* Another common type of approach for automation of functional testing is 'data-driven' or 'keyword-driven' automated testing, in which the test drivers are separated from the

Verified and citibank credit limit form india on my home credit card issuing bank account details of the limit increase the contact details, as citibank online and is

Disciplinary Committee and Appeal Board (GIKI-SC-260). i) The instructor in the academic integrity process is the person who assigns the grades, supervises students’ work, or

Whitman’s bicentennial provides an opportunity to put cultural scripts oriented around celebrations of birth and life in dialogue with the transformative understanding

This study tests the transferability of the non-market values of water conservation for domestic and environmental purposes across three South European countries and

This is a repository copy of Viewpoint: 'The world is going to university': higher education and the prospects for sustainable development.. White Rose Research Online URL for

Les statistiques du commerce extérieur sont établies sur la base des statistiques douanières et les importations, évaluées sur une base caf, incluent les frais de transport